Ουκρανία: Η ρωσική ποσότητα βαραίνει τελικά;
Ο Σοβιετικός Στρατάρχης Ζούκοφ υπέστει 860.000 απώλειες έναντι 200.000 των Γερμανών στη μάχη του Κουρσκ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έχασε επίσης 1.500 άρματα έναντι 500 των Γερμανών, ωστόσο το Κουρσκ μνημονεύεται ως ένας μεγάλος θρίαμβος που συνέτριψε τις τελευταίες ελπίδες του Χίτλερ για νίκη. Μπορεί κανείς να φανταστεί τη Γερμανία να πανηγυρίζει την ανώτερη αναλογία απωλειών της ενώ ηττάται από τις ορδές του Στάλιν; Όσο ξενίζει αυτή η τακτική, το αριθμητικό πλεονέκτημα είναι ένας άσος που έχει η Μόσχα αλλά ότι το Κίεβο. Σκεφτείτε τη μάχη για το Μπαχμούτ και τα καθημερινά δελτία που σαλπίζουν την επιτυχία της Ουκρανίας και τον θάνατο χιλιάδων Ρώσων, μέχρι τη στιγμή που το Μπαχμούτ έπεσε στα χέρια μισθοφόρων της Ομάδας Βάγκνερ – θυμίζοντας περίεργα τα δελτία Τύπου του Πενταγώνου των ΗΠΑ στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Στο Μπαχμούτ η Ουκρανία έχασε την αφρόκρεμα του στρατού της από ορδές αναξιόπιστων Ρώσων κατάδικων-που μετατράπηκαν σε στρατιώτες έκτακτης ανάγκγης για την καταδικασμένη υπεράσπιση μιας στρατηγικά ασήμαντης πόλης που ο Πρόεδρος Ζελένσκι υποσχέθηκε ότι δεν θα πέσει. Ο μέσος όρος ηλικίας των Ουκρανών στρατιωτών είναι τώρα 43. Η απώλεια του Μπαχμούτ πλήγωσε το ηθικό της Ουκρανίας, αλλά οι Δυτικοί αναφέρονται μόνο στο ρωσικό ηθικό. Και μας υπενθυμίζουν ότι οι στρατιωτικές καταστροφές πυροδότησαν ρωσικές εξεγέρσεις στο παρελθόν – το 1905 μετά την ήττα στον Ρωσο-ιαπωνικό πόλεμο ή την καταστροφή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου που οδήγησε στην κατάρρευση της δυναστείας των Ρομανόφ το 1917. Λαμβάνοντας υπόψη τις κακουχίες και τα βάσανά τους, γιατί οι Ρώσοι να μην το κάνουν ξανά το ίδιο και να ανατρέψουν τον Πούτιν; Οι ειδήμονες συχνά αγνοούν ότι, μετά από μια δεκαετία οικονομικού χάους και παγκόσμιας ταπείνωσης στη δεκαετία του 1990, ο Πούτιν γίνεται σεβαστός για την αποκατάσταση της σταθερότητας και της εθνικής υπερηφάνειας.
Ο τσάρος Νικόλαος Β’, αντίθετα, έμοιαζε περισσότερο με τον Μπόρις Γέλτσιν — αδύναμος και άσχετος, στηριζόμενος σε μισητούς συμβούλους, που προεδρεύουν στο χάος. Είναι επίσης πιθανό ότι, σε αντίθεση με μια μακρινή καταστροφή όπως με την Ιαπωνία ή την ευρωπαϊκή σφαγή του Α΄Παγκοσμίου πολλοί Ρώσοι πιστεύουν σε αυτόν τον πόλεμο επειδή βλέπουν την Κριμαία και το Ντονμπάς. ιστορικά και πολιτιστικά, ως ρωσικά εδάφη. Είτε αυτό πηγάζει περισσότερο από βαθιές αυτοκρατορικές συμπεριφορές είτε από μια δεκαετία αντιδυτικής προπαγάνδας, οι Ρώσοι εξακολουθούν να υποστηρίζουν τον Πούτιν και μάλιστα υπερηφανεύονται που αντιστέκονται στο ΝΑΤΟ. Μια προσπάθεια για να εκτιμηθούν οι απόψεις του Πούτιν και του λαού του ακόμα κι αν βρίσκουμε αυτές τις απόψεις λανθασμένες ή αποκρουστικές είναι το κλειδί για να «σκεφτούμε εγκαίρως» με ακριβείς ιστορικές αναλογίες και ζωτικής σημασίας για να αποφύγουμε την έπαρση να υποθέσουμε ότι οι Ρώσοι στρατιώτες ή πολίτες θα συμπεριφερθούν όπως η Δύση σκέπτεται.
Την παραμονή της αντεπίθεσης της Ουκρανίας, ο αντίστοιχος Α/ΓΕΕΘΑ των ΗΠΑ, στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, δήλωσε ότι οι Ρώσοι «στερούνται ηγεσίας, δεν έχουν θέληση, το ηθικό τους είναι πεσμένο και η πειθαρχία τους διαβρώνεται». Φυσικά, αν διδάσκεται είναι ότι οι ρωσικοί στρατοί τσακίζουν υπό πίεση, τότε όντως ο Δυτικός παρατηρητής βλέπει διαφαινόμενη κατάρρευσή τους. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο η επιφανειακή ιστορική γνώση ενώνεται με την προκατάληψη και παράγει λανθασμένη ανάλυση. Σταματημένοι από την σφοδρή ρωσική αντίσταση οι ίδιοι οι Ουκρανοί στρατιώτες είπαν στον Milley ότι έκανε λάθος: «Περιμέναμε λιγότερη αντίσταση. Κρατάνε. Έχουν ηγεσία. Δεν το λες συχνά αυτό για τον εχθρό».Καθώς η κρίση του Κιέβου βαθαίνει και οι κατηγορίες διαχέονται δημόσια, οι διοικητές σε όλα τα επίπεδα των Ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων συμφωνούν ότι αυτοί και οι σύμβουλοί τους στο ΝΑΤΟ δεν εκτίμησαν καλώς τη ρωσική επιμονή: «Αυτή η μεγάλη αντεπίθεση βασίστηκε σε έναν απλό υπολογισμό, ότι ο Ρώσος βλέποντας ένα Bradley ή ένα Leopard θα το βάλει στα πόδια.
Τι γίνεται όμως και στο εσωτερικό της Ρωσίας; Ο πρώην γενικός διευθυντής της CIA, Ντέιβιντ Πετρέους, προέβλεψε ότι η ρωσική αποφασιστικότητα θα μπορούσε να «καταρρεύσει» ως απάντηση στις επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη της Ουκρανίας στη Μόσχα. Τέτοια χτυπήματα «φέρνουν τον πόλεμο στον ρωσικό λαό» και μπορεί να πείσουν το καθεστώς του Πούτιν ότι, όπως το τέλμα του Ψυχρού Πολέμου της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν, ο τρέχων πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι «τελικά μη βιώσιμος».Στην πραγματικότητα, η παλιά σοβιετική ελίτ δεν έβλεπε τον πόλεμο στο Αφγανιστάν ως μη βιώσιμο, ούτε ανησυχούσε πολύ για την κοινή γνώμη. Χρειάστηκε τόσο μια γενεαλογική μετάβαση όσο και ένας τολμηρός νέος ηγέτης που έδωσε προτεραιότητα στη βελτίωση των δεσμών με τη Δύση – τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ – για να υπάρξει τελικά διέξοδος.
Το θέμα δεν είναι ότι ο πόλεμος δεν είναι δαπανηρός. Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν ήταν και ο πόλεμος της Ουκρανίας είναι ακόμη περισσότερο. Το θέμα είναι ότι η αποδοχή της ήττας σε έναν μεγάλο πόλεμο που δικαιλογείται ως ζωτικής σημασίας εθνικό συμφέρον είναι απίθανη έως ότου υπάρξει τόσο νέος ηγέτης όσο και αλλαγή στην άρχουσα ελίτ της Ρωσίας. Όσο για το «να φέρεις πόλεμο στον ρωσικό λαό» βομβαρδίζοντας τη Μόσχα, πότε λειτούργησε; Το ΝΑΤΟ έφερε τον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου στον σερβικό λαό το 1999 βομβαρδίζοντας το Βελιγράδι, καταφέρνοντας μόνο να συσπειρώνει τους Σέρβους μόνο στο πλευρό του δικτάτορα Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Σχεδόν 25 χρόνια μετά, οι Σέρβοι παραμένουν έντονα φιλορώσοι και αντι-ΝΑΤΟϊκοί. Και όταν οι Τσετσένοι αντάρτες βομβάρδισαν τη Μόσχα και άλλες ρωσικές πόλεις στις αρχές της δεκαετίας του 2000, συσπειρώθηκαν οι Ρώσοι γύρω από τον Πούτιν και βοήθησαν στη δικαιολόγηση την ολοένα και πιο αυταρχική διακυβέρνησή του.
Αυτά δεν είναι απλές ιστορικές κουβέντες, αλλά απεικονίσεις αναλογιών που πλαισίωσαν τόσο τις στρατηγικές προσδοκίες όσο και τις τακτικές αποφάσεις. Και έχουν κοστίσει ακριβά, τόσο σε ζωές Ουκρανών όσο και στην έως τώρα δυτική υποστήριξη. Η εμπιστοσύνη στις ελίτ Ουάσιγκτον-Βρυξελλών πέφτει ακόμη και όταν αξιωματούχοι εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι η Ουκρανία κερδίζει και ο Πούτιν «δεν μπορεί να ξεπεράσει» τη Δύση. Στην πραγματικότητα, καθώς το ΝΑΤΟ αδειάζει τις αποθήκες του από εξοπλισμό και χάνει τις προθεσμίες για την παραγωγή νέων πυρομαχικών, είναι δύσκολο να συμπεράνουμε διαφορετικά, εκτός κι αν κάποιος εγκλωβιστεί σε μια άλλη υπεραπλουστευμένη αναλογία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αυτή της Αμερικής ως «οπλοστάσιο της δημοκρατίας».
Πολλοί έχουν αντιπαραβάλει τους καινοτόμους ιδιωτικούς παραγωγούς όπλων της Αμερικής με τα κρατικά εργοστάσια της Ρωσίας που στερούνται τεχνολογίας, προβλέποντας ότι η Μόσχα σύντομα θα εξαντλήσει τα πυρομαχικά της. Αντίθετα, η Ρωσία διαψεύδει διαρκώς την αφήγηση της τεχνολογικής υπεροπλίας, όχι μόνο ξεπερνώντας τη Δύση σε άρματα μάχης, πυροβολικό και οβίδες, αλλά αψηφώντας τις κυρώσεις για να αναπτύξει νέες βόμβες ακριβείας, drones και πυραύλους. Ίσως εκείνοι που απέρριψαν τη ρωσική εφευρετικότητα ξέχασαν τον εκτοξευτή πολλαπλών πυραύλων Katyusha, ένα θρυλικό όπλο πυροβολικού που τόσο οι Γερμανοί όσο και οι Αμερικανοί αντέγραψαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Με μια διαφαινόμενη κρίση στις προσπάθειες να κρατηθεί το Κίεβο εφοδιασμένο με πυρομαχικά, είναι χρήσιμο να δούμε πιο προσεκτικά την αμερικανική παραγωγή όπλων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το «οπλοστάσιο της δημοκρατίας» έμοιαζε από ορισμένες απόψεις περισσότερο με την οικονομία του Πούτιν παρά του Μπάιντεν. Σήμερα, όμως, η Ουάσιγκτον αντιμετωπίζει ένα περίπλοκο σύνολο θεσμικών εμποδίων: «μοντέλα παραγωγής χαμηλού κόστους», αποστροφή των εργολάβων για την αποθήκευση αποθεμάτων, περιορισμούς στις εξαγωγές και περιβαλλοντικούς κανονισμούς που δεν ενοχλούν τον Πούτιν. Ένα τελευταίο μάθημα από τον «αγώνα εξοπλισμών» του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είναι μια προειδοποίηση ενάντια στην τεχνολογική ύβρις, όπως αυτή που παρατηρείται σήμερα σχετικά με την ανωτερότητα των αρμάτων μάχης Leopard ή Abrams έναντι των ρωσικών T-72 και T-80. Το άρμα Tiger της Γερμανίας ήταν σαφώς ανώτερο από το σοβιετικό T-34 στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά το τελευταίο ήταν φθηνό, αξιόπιστο και εύκολο στην παραγωγή σε αριθμούς. Στο Κουρσκ, τα σοβιετικά άρματα μάχης ήταν περισσότερα από τα γερμανικά σε αναλογία 2:1.
Έτσι, καθώς οι σχεδιαστές του ΝΑΤΟ και οι ειδήμονες των μέσων ενημέρωσης επαναλαμβάνουν το ρεφρέν αναφορικά με τις μεγάλες απώλειες των Ρώσων στην μάχη για την Avdiivka, αυτοί οι σχεδιαστές και οι ειδικοί καλό θα ήταν να σκεφτούν ένα αστείο που αποδίδει περίφημα το ρωσικό-σοβιετικό δόγμα, αυτό που είχε πει ο Stalin: «Η ποσότητα έχει τη δική της ποιότητα».
ΤΟΥ Robert English
ΠΗΓΗ responsiblestatecraft.org Defencepoint.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου