Σήμερα γιορτάζει το Ελληνικό Πυροβολικό .Το τιμούμε με ενα αφιέρωμα σε εναν Ήρωα Ταγματάρχη (ΠΒ)

 


ΑΦΙΕΡΩΜΑ:ΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΕΡΣΗΣ Κατέστρεψε τα πυροβόλα του,έψαλλε τον Εθνικό ύμνο και….αυτοκτόνησε μη αντέχοντας την παράδοση !!!

ΚΕΙΜΕΝΟ: Ανθλγός (ΠΖ) Γεώργιος Φλώρος, Α΄ Βραβείο ΣΣΕ

Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να απαντήσουμε αν η ιστορική στιγμή καθορίζει την πράξη ή αν η πράξη ταυτοποιεί τη στιγμή ως ιστορική.
Επίσης, αν η συναισθηματική φόρτιση, τα γεγονότα, ο επαναπροσδιορισμός των συνθηκών ή ο άκρατος ηρωισμός οδηγεί τον στρατιωτικό να γίνει ήρωας. Ο Ταγματάρχης πυροβολικού Κωνσταντίνος Βερσής του Σωτηρίου, Α.Μ. 13807, υπηρετώντας ως Διοικητής Μοίρας στο  Α΄ Σύνταγμα Πεδινού, στο ύψωμα Ραψίστης του νομού Ιωαννίνων,
αυτοκτόνησε όταν «αναγκάσθηκε» να παραδώσει τα πυροβόλα της μοίρας του στους Γερμανούς κατά παράβαση των αρχικών όρων της ανακωχής: «…Πριν παραδώσει τη μοίρα του, την παρέταξε κατά τον κανονισμό ασκήσεων πυροβολικού, την επιθεώρησε, όλοι οι άνδρες έψαλαν τον Εθνικό Ύμνο και αμέσως μετά αυτοκτόνησε με το περίστροφό του…». Στην παρούσα βιογραφική εργασία, θα προσπαθήσουμε να ξεδιπλώσουμε περιληπτικά τις πτυχές της ζωής τού στρατιωτικού αυτού, ο οποίος με την πράξη του έμεινε απαρεγκλίτως πιστός στα εδάφια του όρκου που έδωσε ως Εύελπις: «…Να υπερασπίζω με πίστιν και αφοσίωσιν, μέχρι της τελευταίας ρανίδος του αίματός μου τας
Σημαίας. Να μην τας εγκαταλείπω, μηδέ ν’ αποχωρίζομαι ποτέ απ’ αυτών…» Επίσης, θα περιγραφεί η περιρρέουσα ιστορική ατμόσφαιρα, καθώς και τα σημαντικότερα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα τα οποία πλαισίωσαν τη στρατιωτική ζωή τού Κωνσταντίνου Βερσή και τα οποία μπορεί και να τον επηρέασαν στην «Τελική Πράξη».

Περιοδος 1901-1917
Πολιτικά και Στρατιωτικά Γεγονότα
Ο Κωνσταντίνος Βερσής γεννιέται στις 22 Φεβρουαρίου του 1901 στην Αθήνα και
θα εγγραφεί από τον πατέρα του Σωτήριο, το επόμενο έτος, στα Μητρώα Αρρένων
του Δήμου Αθηναίων, με αύξοντα αριθμό: 119/1849. Περισσότερα για την οικογενειακή του κατάσταση δεν γνωρίζουμε, για να εξηγήσουμε πώς ο πατέρας Σωτήριος ενστάλαξε στην ψυχή τού Κωνσταντίνου την υπέρτατη ιδέα της πατρίδας και όχι μόνον.
Το ότι όμως υπηρέτησε στην πρώτη γραμμή από τη θέση του αξιωματικού σημαίνει ότι συνειδησιακά και υπαρξιακά γαλουχήθηκε από την οικογένειά του με τη Μεγάλη Ιδέα
του Ελληνισμού, και υπό αυτήν την προοπτική εισέρχεται ως υποψήφιος στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.
Η προαναφερθείσα περίοδος κατά την οποία ο Κωνσταντίνος Βερσής μεγάλωσε και «προετοιμάστηκε» ως υποψήφιος (9/11/1917) για τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και στη συνέχεια ως Εύελπις 1ης (1/08/1918) είναι από τις ιστορικά και πολιτικά πιο ταραχώδεις, όχι μόνον για τη νεότερη ελληνική ιστορία αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη και την Εγγύς Ανατολή.
Επιγραμματικά αναφέρουμε: Η παγκόσμια πολιτική της Γερμανίας, η αντίδραση της Αγγλίας στην ανάπτυξη του γερμανικού πολεμικού στόλου, η κατάρρευση του μύθου της στρατιωτικά ισχυρής Ρωσίας (1905), καθώς και η άνοδος των αξιών του μιλιταρισμού και της λογικής των εξοπλισμών θα οδηγήσουν στον Μεγάλο Πόλεμο. Επίσης, οι ανακατατάξεις στον χώρο της Εγγύς Ανατολής, στο τέλος του 19ου-αρχές 20ού αιώνα,
ανέτρεψαν θεμελιώδη δεδομένα που είχαν αποκτήσει χαρακτήρα δόγματος. Η
Ελλάδα, ειδικότερα, μετά την ήττα του 1897, είχε μικρά περιθώρια ελιγμών τόσο όσον αφορά το Κρητικό Ζήτημα όσο και την προώθηση των ελληνικών συμφερόντων στην Οθωμανική Μακεδονία. Η επανάσταση των Νεότουρκων (1908) οδήγησε στους Βαλκανικούς του 1912-1913, με νίκη των συμμαχικών βαλκανικών κρατών στον πόλεμο αυτό, αλλά και στην κατάταξη της Πύλης στο στρατόπεδο των ηττημένων. Το επιστέγασμα αυτής της περιόδου για την Ελλάδα –ανεπανάληπτης, για όσους την έζησαν, εξαιτίας των πυκνών στρατιωτικών και διπλωματικών μαχών– στο τιμόνι της οποίας είναι ο Ελευθέριος Βενιζέλος όσον αφορά την πολιτική ηγεσία και ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος όσον αφορά τη στρατιωτική, ήταν η προσάρτηση της Ανατολικής Μακεδονίας (Συνθήκη Βουκουρεστίου, Αύγουστος 1913) και η παραχώρηση των νησιών του βορείου και κεντρικού Αιγαίου εκτός της Ίμβρου και της Τενέδου (τον Δεκέμβριο του 1913) αφενός, και η επιδίκαση, από τις Μεγάλες Δυνάμεις, της Βορείου Ηπείρου στο κράτος της Αλβανίας (Δεκέμβριος-Φεβρουάριος 1913-1914) αφετέρου. Έντονο πολιτικό
γεγονός της εποχής αυτής για την Ελλάδα είναι ο Εθνικός Διχασμός. Οι τεταμένες σχέσεις Κωνσταντίνου και Βενιζέλου, κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, κορυφώθηκαν το 1915 και κάλυψαν την επόμενη διετία, ενώ ο Κωνσταντίνος Βερσής ετοιμαζόταν για τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Μια περίοδος με έντονο το στοιχείο τού παραδόξου, που δεν απουσιάζει από την ελληνική πολιτική, και κατά τη διάρκεια της οποίας διεξήχθη ένας ιδιότυπος πόλεμος στο ελληνικό έδαφος και στα ελληνικά χωρικά ύδατα, με κανονικές ναυτικές και στρατιωτικές επιχειρήσεις.

Περιοδος 1917-1921
Η αναδιοργάνωση του στρατού
Η εποχή κατά την οποία ο Κωνσταντίνος Βερσής έγινε δεκτός στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, χαρακτηρίζεται ως η Ε 1914-1940. Η περίοδος αυτή έχει δύο χαρακτηριστικά: αφενός τις μεταρρυθμίσεις και την αύξηση των εισακτέων, εξαιτίας του επερχόμενου
Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και αφετέρου τις στρατιωτικές εκκαθαρίσεις από τον Βενιζέλο. Επίσης, την εποχή που ο Κωνσταντίνος Βερσής είναι στους «κόλπους της Σχολής», μέρος μαθητών των τάξεων 1917, 1918 και 1919 εγκατέλειψε τη Σχολή και προσχώρησε στον «Στρατό Εθνικής Αμύνης» στη Θεσσαλονίκη, μετά την ανάληψη της πολιτικής εξουσίας από τον Ελευθέριο Βενιζέλο (Ιούνιος 1917).
Τα κατ’ εξοχήν στρατιωτικά γεγονότα της περιόδου αυτής είναι οι εκκαθαρίσεις του στρατού (1917) από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, καθώς και η αναδιοργάνωσή του σε μια αξιόμαχη δύναμη, ικανή να αγωνιστεί δίπλα στις δυνάμεις της Entente και να διεκδικήσει το μερίδιό της στο ενδεχόμενο μιας συμμαχικής νίκης. Με Υπουργό Στρατιωτικών τον
Θ. Πάγκαλο, θα αποστρατεύσει 1.600 αξιωματικούς και θα θέσει σε διαθεσιμότητα άλλους 700, ενώ θα υποβιβάσει σε οπλίτες 600 έφεδρους αξιωματικούς.
Το 40% των Ελλήνων αξιωματικών θα βρεθεί εκτός στρατεύματος και θα αντικατασταθεί από «Βενιζελικούς», κατά παρέκκλιση της επετηρίδας. Στη συνέχεια, το ζήτημα της αναδιοργάνωσης και της επιστράτευσης ήταν η κύρια ενασχόληση της κυβέρνησης με Υπουργό Στρατιωτικών τον ίδιο τον Βενιζέλο, ο οποίος εξασφάλισε δύο στρατιωτικά-πολεμικά δάνεια από τη Γαλλία, ύψους 800 χιλιάδων χρυσών φράγκων, και με αυτά
δημιούργησε έναν αξιόμαχο στρατό.
Γάλλοι αξιωματικοί με επικεφαλής τον Μπραγκέ (Στρατιωτικό Ακόλουθο της πρεσβείας στην Αθήνα), ανέλαβαν «…να εξασφαλίσουν την οργάνωσιν και την προς πόλεμον προπαρασκευήν του Ελληνικού Στρατού…». Επίσης, την ίδια περίοδο, πραγματοποιήθηκαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις στον οπλισμό του στρατού, όπως η
παραδοχή των οπλοπολυβόλων και οβιδοβόλων ως τακτικών όπλων του Πεζικού και η ενίσχυση της Αεροπορίας Στρατού, που αποσπάστηκε από το Μηχανικό και απετέλεσε ιδιαίτερη υπηρεσία. Στο τέλος του 1918, παρά τις στάσεις στο στράτευμα από τους «Κωνσταντινικούς», ο Ελληνικός Στρατός αποτέλεσε ανεξάρτητη στρατιά από τις συμμαχικές δυνάμεις, με τρία Σώματα Στρατού: το Σώμα Στρατού Εθνικής Αμύνης, το Α΄ Σώμα Στρατού και το Β΄ Σώμα Στρατού με 3 μεραρχίες το καθένα και στελέχωσή τους με μονάδες: Πυροβολικού, Μηχανικού, Ιππικού, Υγειονομικού και Επιμελητείας.
Ο Ελληνικός Στρατός, που ένα μεγάλο μέρος του πολεμούσε από την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913), συμμετέσχε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο 1917-1920 και συνέχισε με την εκστρατεία στη Μικρά Ασία 1919-1923.
Η φοίτηση του Βερσή στη ΣΣΕ
Τα τεκμήρια τα οποία μας παραχώρησε η ΥΣΑ από τη φοίτηση του Ευέλπιδος Κ. Βερσή στη ΣΣΕ πιστεύουμε ότι είναι ενδεικτικά της δυνατής και ανήσυχης προσωπικότητάς του. Διακρίσεις και ποινές κατακλύζουν τον φάκελό του, το λίγο χρονικό διάστημα που καλύπτει το αρχείο. Πράξεις όπως παραλήψεις, κάλυψη συναδέλφων του ή απόκρυψη
ποινών τους (με αποτέλεσμα να τιμωρείται ο ίδιος), η διάκρισή του σε Αρχηγό τάξης και στη συνέχεια σε Δεκανέα χαρακτηρίζουν σίγουρα μια ανήσυχη φύση και νεότητα, η οποία θέλει να αναδειχθεί και να μην περάσει απαρατήρητη. Θα αναφερθούν ενδεικτικά κάποια συμβάντα από το Ημερολόγιον Σχολείου της ΣΣΕ: Στην Ημερήσια Διαταγή Σχολείου με ημερομηνία 29 Ιουνίου 1920, μέσα από την τιμωρία της διήμερης κράτησης, διαπιστώνουμε ότι είναι Αρχηγός της τάξης του: «…εις τον Εύλπιν Ι Βερσήν Κ. διότι αρχηγός της τάξεως ών αντί να δίδη το παράδειγμα της ευταξίας εν τω μελετητηρίω ούτος εθορύβη εν αυτώ εμποδίζων τους άλλους συναδέλφους του να μελετώσιν…».
Επίσης, φαίνεται να συμπαρίσταται σε τιμωρημένους συναδέλφους του με τον δικό του τρόπο και οπωσδήποτε τιμωρούνταν γι’ αυτήν του την ενέργεια. Τούτο, πέρα από την παράληψη ή όχι, καταδεικνύει άτομο το οποίο δεν «δίνει» τους συμμαθητές του, ακόμα κι όταν τιμωρείται ο ίδιος.
Αναλυτικά: Ημερολόγιον Σχολείου της 28ης Ιουνίου 1920: «…Δεκ. Βερσήν Κ. εξαήμερος κράτησις, […] εσφαλμένως είχεν αναγράψει ότι η ποινή του Εύελ. ΙΙ (όνομα) έληγεν την 26ην ενώ αύτη λήγει την 29ην τρ. ειδοποιήσας άμα τον εν λόγω εύελπιν ότι ληξούσης της
ποινής του, εδικαιούτο εξόδου…». Στη συνέχεια, με ημερομηνία 7 Ιουλίου 1920: «…48ωρον κράτησιν εις τον δεκ. Βερσήν Κ., διότι αντιληφθείς παράπτωμα κατωτέρου του, ανέφερεν τούτο μετά 20ωρον». Στην Ημερήσια Διαταγή της 19ης Ιουλίου 1920 διαβάζουμε δύο ποινές για δύο παραπτώματα την ίδια ημέρα: και 6ήμερη κράτηση και 10ήμερη φυλάκιση. Ο νεαρός Βερσής φαίνεται να διαθέτει έναν εκρηκτικό χαρακτήρα, απείθαρχο πολλές φορές, αλλά θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε και υγιή, σε σχέση με τη νεότητα και την αυστηρή πειθαρχία της ΣΣΕ. Επίσης, Ημερολόγιον Σχολείου της 16ης Νοεμβρίου αναφέρει 2ήμερη κράτηση, διότι μιλά στην πύλη χωρίς άδεια.
Τέλος, στο τελευταίο τεκμήριο που έχουμε στα χέρια μας, διαβάζουμε τιμωρία 6ήμερης φυλάκισης, διότι ο Βερσής, ως μαθητής της ΙΙΙ τάξης, εξέρχεται της Σχολής με τη «στολή του νοσηλευομένου(!) για την αγορά πραγμάτων».

Συμπεράσματα περιόδου
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του Βερσή στη ΣΣΕ, το σίγουρο είναι ότι το στράτευμα ζει τις πιο έντονες και μεγάλες ανατροπές-αλλαγές δομής, φιλοσοφίας και στάσης απέναντι στην πολιτική εξουσία. Ο νεαρός Εύελπις, μέσα από τα τεκμήρια της ΣΣΕ, εμφανίζεται ως ένα «ανήσυχο πνεύμα». Ο συνδυασμός διάκρισης και ποινής φανερώνει, για το νεαρόν της ηλικίας του, μια προσωπικότητα ολοκληρωμένη και επαναστατημένη. Ο Βερσής εισήλθε στη ΣΣΕ στην εφηβεία, μόλις δεκαέξι ετών. Η μη ύπαρξη αρχείων, πέραν των παραπάνω και μερικών ακόμα για την περίοδο που ήταν στη Σχολή, δεν μας επιτρέπει να αποφανθούμε για τη πρωθύστερη συμπεριφορά του. Ήταν απόλυτα προσηλωμένος στη στρατιωτική πειθαρχία ή ανασυγκροτούσε την προσωπικότητά του υιοθετώντας ή απορρίπτοντας στάσεις; Τα γεγονότα αναμέτρησης στρατιωτικής και
πολιτικής εξουσίας στον ελλαδικό χώρο τον άφηναν ή όχι ανεπηρέαστο; Πέρα από τις εικασίες, όταν ο Βερσής ορκίσθηκε Ανθυπολοχαγός, είχε πάρει την επαρκή στρατιωτική
κατάρτιση και είχε ολοκληρωθεί ως προσωπικότητα. Διαπνεόταν από τα ιδανικά της Φυλής και τη Μεγάλη Ιδέα και ήταν αποφασισμένος να θυσιαστεί για την πατρίδα αν χρειαζόταν, αφού γνώριζε πολύ καλά ότι ορκιζόμενος θα έπερνε φύλλο πορείας για τον
χαλασμό της Μ. Ασίας.

Μικρα ασια: 1921-1923
Η Τρίτη πράξη. Η Ήττα…,
Η Υποχώρηση…, Η αιχμαλωσία…
Μετά τη συμμαχική νίκη και με τη Συνθήκη των Σεβρών, η Ελλάδα επεδίωκε να αξιοποιήσει τη συνεισφορά της με την αποκατάσταση του αλύτρωτου ελληνισμού, μέσω της εντολής των συμμάχων για περιφρούρηση της Σμύρνης.
Αλλά οι πολιτικές εξελίξεις στον ελληνικό και ευρωπαϊκό χώρο, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη του Κεμαλικού κινήματος, επηρέασαν άμεσα την ελληνική υπόθεση.
Στη δεύτερη φάση της Μικρασιατικής εκστρατείας, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Κωνσταντίνος Βερσής πήγε στη Μικρά Ασία ως Ανθυπολοχαγός, οι σύμμαχοι της Ελλάδας έγιναν θεατές της ελληνικής περιπέτειας ή συνεργάτες και συνομιλητές του Κεμάλ. Το κέντρο βάρους μετατοπίστηκε από τον πολιτικό στον στρατιωτικό τομέα.
Ο Ελληνικός Στρατός ανέλαβε το μεγάλο εγχείρημα, αλλά η αποτυχία του εξαρτήθηκε και από εξωστρατιωτικούς παράγοντες. Η προέλαση του Ελληνικού Στρατού στην αφιλόξενη μικρασιατική ενδοχώρα, η ήττα και η αποχώρησή του επέφεραν το ξερίζωμα του ελληνισμού. Η περίοδος, η οποία θα απασχολήσει την παρούσα εργασία από την παραπάνω τριλογία, είναι η ήττα και η αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού με τον Κωνσταντίνο Βερσή να συμμετέχει ενεργά και να αιχμαλωτίζεται!
Τον Αύγουστο του 1921, ο Βερσής «ταξίδεψε» προς τη Μικρά Ασία ως Ανθυπολοχαγός και εντάχθηκε στο Γ΄ Σώμα Στρατού, στην ΙΙΙ Μεραρχία. Αυτό πιστοποιείται από: α) τα Αποσπασμάτα Ημερήσιων Διαταγών με τις προτάσεις για εύφημο μνεία από τους ανωτέρους του και
β) το βιβλίο της ΔΙΣ, Η Εκστρατεια εις την Μακράν Ασίαν όπου υπάρχει αναλυτικά η στελέχωση των Σωμάτων Στρατού και των αντίστοιχων μεραρχιών. Πιο αναλυτικά, τις παραπάνω προτάσεις για τον Βερσή υπογράφουν:
 Ο Αντισυνταγματάρχης ΓΣΠΠ, Ιωάννης Γαρέζος, ο οποίος σύμφωνα με τα αρχεία της ΔΙΣ υπηρετεί στην παραπάνω Μεραρχία και υπογράφει το απόσπασμα της Ημερήσιας Διαταγής της 13ης Μαΐου1922 και εκείνο της 7ης Ιουλίου1922, το οποίο συνυπογράφει
ο Αντισυνταγματάρχης Παρασκευάς Ζερβέας. Το απόσπασμα δε της 13ης Μαΐου 1922 υπογράφει, ως Ταγματάρχης πια, και ο Λοχαγός Κωνσταντίνος Κυβέλος.
 Ο Γεώργιος Γκορτζάς, ο οποίος υπογράφει, ως Μοίραρχος, το απόσπασμα της Ημερησίας Διαταγής της 6ης Μαρτίου 1922. Η κατάσταση του στρατεύματος την εποχή που υπηρέτησε ο Βερσής μέχρι την υποχώρηση (Ελληνικού Στρατού) και αιχμαλωσία του περιγράφεται με τα πλέον μελανά χρώματα. Ο Αντιστράτηγος Νικόλαος Τρικούπης, Διοικητής του Β΄ Σώματος Στρατού εκείνη την εποχή, περιγράφει την κατάσταση αυτή στα απομνημονεύματά του, απ’ όπου και χρησιμοποιούμε κάποια αυτούσια αποσπάσματα:
«…Κατά το τέλος του 1920, ήτοι μετά την οργάνωσιν των ατάκτων εχθρικών ομάδων εις τακτικόν στρατόν, ο οποίος ταχύτατα εφωδιάσθη με όπλα συγχρονισμένα […],
ο ημέτερος στρατός κατά τας προς ΕσκήΣεχίρ και Αφιόν-Καραχισάρ επιχειρήσεις τού Μαρτίου 1921 έδωσε σκληράς μάχας […], η ΙΙΙ Μεραρχία εδοκιμάσθη σκληρώς σχούσα περί τους 2.000 άνδρας […]». Και συνεχίζει: «…επίσης βραδύτερον (Ιούλιος 1921), κατά
τας επιχειρήσεις εναντίον του Εσκή-Σεχίρ και του Αφιόν-Καραχισάρ και της Κιουταχείας,
ο ημέτερος στρατός υπέστη αρκετάς απωλείας, αίτινες επηρέασαν αρνητικά το ηθικόν του […]». Επίσης: «…εις ερώτησιν του Αντιστρατήγου Παπούλα εάν το στράτευμα επιθυμή να συνεχίση την προέλασίν του μέχρις Αγκύρας, απήντησα: οι άνδρες είναι κουρασμένοι και επιθυμούν να επανέλθουν εις τας εστίας των […], οι άνδρες εξεδήλωναν την δυσαρέσκειάν των δια την παρατεινόμενην στράτευσιν με διαφόρους τρόπους.
Δεν εδίστασαν να εκδηλώσι ταύτην προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνον κατά την ημέραν της απονομής Αριστείων εν Εσκή-Σεχίρ. Το Δελτίον Στρατιάς του Ιουλίου 1921 αναγράφει: κατά την διάβασιν του αυτοκινήτου του φέροντος των Βασιλέα ηκούσθησαν ζωηραί
κραυγαί των ευρισκομένων εκατέρωθεν στρατιωτών, οίτινες εφώναζον: Απόλυσιν!
Απόλυσιν! […]» Τέλος: «…εις ερώτησιν του Αντιστρατήγου Κ. Πάλλη τον Σεπτέμβριον
του 1921 περί του ηθικού του στρατεύματος απήντησα: Πρέπει να τερματισθή ταχέως η
εκκρεμότης της πολεμικής καταστάσεως, καθόσον παρατηρείται εις το Στράτευμα
κόπωσις σωματική και ψυχική, η δε ανθρωπίνη αντοχή έχει όρια, άτινα δεν δύναται τις
να υπερβή ατιμωρητί […]».
Στα παραπάνω, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, ότι μετά τις επιχειρήσεις στον Σαγγάριο όπου ο Ελληνικός Στρατός υπέστη μεγάλες απώλειες, πολλοί μόνιμοι αξιωματικοί, έφεδροι ανθυπολοχαγοί αλλά και οπλίτες, οι οποίοι έπαιρναν άδεια, δεν ξαναγύριζαν στο μέτωπο, παρά τις εγκυκλίους που εξέδιδε το Υπουργείο Στρατιωτικών περί επανόδου
και ποινών (Μάιος 1921, 185.026 και 1922, 128.819/671). Επίσης, στα παραπάνω προσθέτουμε και τις διαφωνίες ανάμεσα στο Στράτευμα και την πολιτική ηγεσία (υπόθεση Αρμοστή Σμύρνης Στεργιάδη με τον κλήρο και την ηγεσία του Στρατού).
Παρά τα παραπάνω όμως, ο νεαρός Ανθυπολοχαγός Βερσής επέδειξε εξαίρετο θάρρος. Η απόσταση του χρόνου, η ήττα και η υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού δεν μας επιτρέπουν να έχουμε πολλά στοιχεία γι’ αυτόν εκείνη την περίοδο. Οι ελάχιστες όμως προτάσεις των ανωτέρων του, που έχουμε στα χέρια μας από ημερήσιες διαταγές, καταδεικνύουν το θάρρος του Αξιωματικού.
Πιο αναλυτικά:
Η Ημερήσια Διαταγή της 7ης Πυροβολαρχίας, ΙΙΙ Μεραρχίας, ΓΣΠΠ, της 1ης Μαρτίου 1922, την οποία υπογράφει, εν Κουρμπάν Μπουχαρέ, ο Διοικητής Πυροβολαρχίας Π. Μοσχοβίτης εξαίρει:
«…το ωραίον θάρρος, την ζηλευτήν ευψυχίαν και την απόλυτον αφωσίωσιν προς το καθήκον…» του νεαρού αξιωματικού. Επισημαίνει δε ότι ήταν το «βάπτισμα του πυρός» για τον Βερσή το παραπάνω εγχείρημα (δεν αναφέρεται ποιο, μόνο ο λόφος Κατραλή) και το έφερε εις πέρας με επιτυχία περιφρονώντας τον κίνδυνο. Τον προτείνει δε, δια το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας. Ο Διοικητής της ΙΙΙ Μεραρχίας, Συνταγματάρχης Πεζικού Γ. Γκορτζάς, συμμερίζεται την παραπάνω πρόταση και, όπως αναφέρει στην Ημερήσια Διαταγή της 6ης Μαρτίου 1922, μετά την εισήγηση του Διοικητού υποκομίας Τσαρίτζη, «…ποιείται εύφημον μνείαν…» για τον Βερσή.
Στην παρούσα διαταγή αναφέρεται με λεπτομέρεια το εγχείρημα των αξιωματικών, οι οποίοι κατέβαλαν «…ζηλευτήν προσπάθειαν…» για την πλήρη επιτυχία της επιδρομής στο εχθρικό φυλάκιο στον λόφο Κατραλή, με αποτέλεσμα την αιχμαλωσία όλης της εχθρικής δύναμης εκεί. Η δεύτερη αναφορά γίνεται στο Απόσπασμα Ημερήσιας Διαταγής ΓΣΠΠ
στις 13-5-1922 όπου ο Διοικητής υποκομίας Τσαρίτζης προτείνει δια «εύφημον μνείαν και διαμνημόνευση εις την Ημερησίαν Διαταγήν της Μεραρχίας» τον Αξιωματικό του Πυροβολικού Κ. Βερσή, διότι, όπως αναφέρει, στις 16 Απριλίου του 1922 αγνόησε μαζί με την ομάδα του Πεζικού που επεχείρουν εις το Κεϋπλού τον κίνδυνο της αιχμαλωσίας και του θανάτου τους. Πιο αναλυτικά, αφού απομακρύνθηκαν 2 χιλιόμετρα από τις ελληνικές γραμμές και πλησιάζοντας το χωριό στα χίλια μέτρα, δέχθηκαν ισχυρά τουρκικά πυρά από μονάδα πεζικού, τα οποία απέκρουσαν, ενώ συγχρόνως εκτέλεσαν βολές εναντίον του Κεϋπλού, αναγκάζοντας τον εχθρό να εγκαταλείψει το χωριό. Την πρόταση αποδέχεται και υπογράφει ο Διοικητής του ΓΣΠΠ, Αντισυνταγματάρχης Ιωάννης Γαρέζος
και προσυπογράφει και ο Ταγματάρχης Πυροβολικού Κωνσταντίνος Κυβέλος.
Η τελευταία αναφορά γίνεται στο Απόσπασμα Ημερησίας Διαταγής του ΓΣΠΠ, στις 7-7-1922, που μετά την πρόταση του Αρχηγείου Πυροβολικού της ΙΙΙ Μεραρχίας της 1ης
Ιουλίου1922, αποδέχεται και απονέμει «εύφημον μνείαν εις τον Κωνσταντίνον Βερσήν Ανθυπολοχαγόν» για τη συνολική του παρουσία στο πρώτο εξάμηνο του 1922. Η αναφορά αυτή δεν αναφέρεται στη γενναιότητά του αλλά στα επιμέρους προσόντα, τα οποία πρέπει να έχει ένα αξιωματικός πέρα από το αξιόμαχο.
Χαρακτηρίζει δε αυτόν, ως αξιωματικό ο οποίος επέδειξε ζήλο και αφοσίωση σε ό,τι κι αν του τύχαινε, ενεργητικότητα, ικανότητα στις οργανωτικές εργασίες της Πυροβολαρχίας, γινόμενος πολλές φορές πολύτιμος βοηθός των Πυροβολαρχών του. Τη διαταγή υπογράφει ο Διοικητής Πυροβολικού Ιωάννης Γαρέζος και προσυπογράφει ο Αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού Παρασκευάς Ζερβέας. Ο Κωνσταντίνος Βερσής έζησε δυστυχώς και την τελευταία πράξη της Μικρασιατικής εκστρατείας που ήταν η υποχώρηση. Η μοίρα όμως του επιφύλαξε και αιχμαλωσία! Έτσι, μελετώντας τα αρχεία της ΔΙΣ και της ΥΣΑ, διαπιστώνουμε πως ο Βερσής, ενώ ανήκε στην ΙΙΙ Μεραρχία του ΓΣΠΠ, αιχμαλωτίστηκε με την ΧI, η οποία ήταν και η μοναδική.
Αυτό πιστοποιείται και από την έκθεση του Διοικητού του ΓΣΠΠ, Συνταγματάρχου Ιωάννη Γαρέζη με ημερομηνία Δεκέμβριος 1922, ο οποίος στην κατακλείδα αναφέρει ότι ενώ ο Βερσής βρίσκεται ακόμα στην αιχμαλωσία: «…Ηχμαλωτίσθη μετά της Πυρ/χίας του ολοκλήρου συντεταγμένης, την αυτήν σχούσαν τύχην ΧΙ Μεραρχίας».
Έτσι, ακολουθώντας την τύχη της ΧΙ Μεραρχίας, ζούμε τις δύο τελευταίες ημέρες του Βερσή στη Μικρά Ασία και συναισθανόμαστε την απογοήτευση, την αγωνία και τέλος την απελπισία της αιχμαλωσίας του νέου αξιωματικού. Μελετώντας τα αρχεία της ΔΙΣ, διαπιστώνουμε ότι το μέρος διαταγής του Σώματος το αφορών την σύμπτυξη της Μεραρχίας, κατά τη νύκτα της 28ης προς 29ην Αυγούστου, είχε ως εξης: «…Η ΧΙ Μεραρχία (ενισχυθείσα και δια του πεδινού πυροβολικού του υποτομέως Κίου), θα καταλάβη την γραμμήν από του ποταμού Νιλουφέρ…». Η σύμπτυξη της Μεραρχίας ήταν βραδύτατη, εξαιτίας της πρόσθεσης σ’ αυτήν της φάλαγγας του πεδινού πυροβολικού, των τροχηλάτων σχηματισμών αλλά και των προσφύγων. Οι δε στρατιώτες ήταν άυπνοι, νηστικοί και κατάκοποι. Η λάθος πορεία του 45ου Συντάγματος, η επίθεσης επ’ αυτού τουρκικού ιππικού και πεζικού, συνδυαζόμενη με πυρά πυροβολικού, δυσχέραναν ακόμα περισσότερο τον Ελληνικό Στρατό. Στη συνέχεια, η αδυναμία επικοινωνίας, μέσω ασυρμάτου, του Γ΄ Σώματος και της Μεραρχίας, για περαιτέρω εντολές, εξαιτίας των παρεμβολών των ασυρμάτων των γαλλικών πολεμικών πλοίων, οδήγησε στην πλήρη αποκοπή της από το υπόλοιπο Σώμα. Η κίνηση έμψυχου και άψυχου υλικού γινόταν μόνον κατά τη διάρκεια της νύκτας, για να αποφεύγουν τα πυρά του εχθρού, ο οποίος τους ακολουθούσε κατά πόδας. Η ΧΙ Μεραρχία θα φτάσει τέλος στα Μουδανιά που όμως
είχαν ήδη προκαταληφθεί από Τούρκους και στη συνέχεια από Γάλλους. Η μάχη υπήρξε αιματηρή για τον Ελληνικό Στρατό. Ήταν σφοδρή και άνιση, εξαιτίας της ετοιμότητας των τουρκικών δυνάμεων. Η δε κατάρρευση και η άτακτη υποχώρηση του 45ου Συντάγματος επέφερε την καταστροφή. Το μόνο που έμεινε αγωνιζόμενο ήταν το Ι Τάγμα του 17ου Συντάγματος του οποίου ο φόρος αίματος σε αξιωματικούς ήταν βαρύτατος. «…Περί την
12.30, επήλθε νέος πανικός όστις επέφερεν την οριστικήν διάλυσιν των υπολοιπομένων
τμημάτων, άτινα εγκατέλειψαν τας θέσεις και τα πυροβόλα, τραπέντα εν αταξία προς την
πόλιν των Μουδανιών…». Ο Διοικητής της ΧΙ Μεραρχίας περί την 13.30 διαπίστωσε ότι η αιχμαλωσία ήταν αναπόφευκτη. Οι Τούρκοι είχαν εισχωρήσει στις γραμμές τους και οι αμυνόμενοι ελογχίζοντο. Η δύναμη της ΧΙ Μεραρχίας που αιχμαλωτίστηκε ήταν 4.500 άνδρες και 36 πυροβόλα διαφόρων διαμετρημάτων. Ανάμεσά τους ήταν και ο Κωνσταντίνος Βερσής, ο οποίος γύρισε από την αιχμαλωσία το 1923…

Συμπεράσματα περιόδου
Όπως προαναφέραμε, επικαλούμενοι τα απομνημονεύματα των αυτοπτών μαρτύρων της Μικρασιατικής Καταστροφής αλλά και μελετώντας τα αρχεία της ΔΙΣ με τα ημερολόγια δράσης των Μεραρχιών, αντιλαμβανόμαστε ότι ο Βερσής έζησε μια ήττα η οποία είχε τρία
γνωρίσματα:
 Την ασυνεννοησία μεταξύ Πολιτικής Μητρόπολης και Στρατιωτικής Ηγεσίας
• Τη φρίκη και το μένος των Τούρκων στην αφιλόξενη Ανατολία και
• Το κουρέλιασμα της ελληνικής υπερηφάνειας από τον προαιώνιο εχθρό.

Και όμως, ο νεαρός Ανθυπολοχαγός επιτέλεσε με θάρρος και αυτοθυσία οποιαδήποτε αποστολή τού ανατέθηκε. Οι τρεις Ημερήσιες Διαταγές για εύφημον μνείαν το πιστοποιούν. Στη συνέχεια, η υποχώρηση ήταν για αυτόν μια ακόμη επώδυνη κατάσταση, εξαιτίας, αφενός, της μη υπάρξεως συγκεκριμένου στρατιωτικού σχεδίου και, αφετέρου, της μη συνεννόησης των ανώτατων αξιωματικών μεταξύ τους και με το Γενικό Επιτελείο. Τέλος δε, εξαιτίας του ξεπουλήματος του Ελληνικού Στρατού από τις Μεγάλες Συμμαχικές Δυνάμεις υπέρ του Κεμάλ και των συμφερόντων τους στην περιοχή. Έτσι, ο Βερσής έχοντας «την τύχη» η Πυροβολαρχία του να συμπτυχτεί με την ΧΙ Μεραρχία, η οποία και αιχμαλωτίστηκε, παρέμεινε για έναν ακόμα χρόνο, ως αιχμάλωτος πολέμου, στο μένος των Τούρκων. Ο νέος Ανθυπολοχαγός, με τα όνειρα για την Πατρίδα και την προάσπιση Αυτής και των συστατικών της (ιδανικών, αξιών, ανθρώπων), θα ζήσει πανταχόθεν.

Περιοδος 1923-1940
ο Γυρισμός από την αιχμαλωσία και η
στρατιωτική καριέρα
Την ιστορία της αιχμαλωσίας τού Βερσή δεν θα την μάθουμε ποτέ. Ο ίδιος επέλεξε τη σιωπή. Ο ίδιος επέλεξε να μην μας πει πώς η φιλοδοξία του αξιωματικού να πολεμήσει και να υπερασπιστεί τα ιδανικά του «κουρελιάζεται» όταν παίρνει το βάπτισμα του πυρός με την ήττα, την υποχώρηση, την αιχμαλωσία! Εμείς, οφείλουμε να το σεβαστούμε και να υποκλιθούμε στις στιγμές που πέρασε όχι μόνον αυτός αλλά και χιλιάδες άλλοι.
Σ’ αυτή λοιπόν τη μελέτη, θα συνεχιστεί η αναφορά στη ζωή του από το 1923. Μέσα από τα αρχεία της ΔΙΣ και τα αποσπάσματα τα οποία μας παρεχώρησε η ΥΣΑ από τα βιβλία μεταβολών του, καθώς και την προσωπική μας έρευνα, θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε τα δεκαεπτά χρόνια που προηγήθηκαν πριν την τελευταία πράξη της ζωής του που αυτός επέλεξε. Επίσης, θα αναφερθούμε επιγραμματικά στα τεκταινόμενα στον ελλαδικό χώρο και στην κατάσταση του στρατεύματος εκείνη την εποχή.
Μελετώντας συνοπτικά την συγκεκριμένη περίοδο, θα υπερθεματίζαμε ότι ήταν μια από τις πιο ταραχώδεις, όσον αφορά την πολιτική και πολιτειακή κατάσταση της Ελλάδος: κυβερνήσεις που παραιτούνται σε τρεις ημέρες, αποφάσεις Συντακτικών Συνελεύσεων
που κρίνουν την πολιτειακή μορφή από βασιλευόμενη σε αβασίλευτο και ξανά σε βασιλευόμενη κοινοβουλευτική Δημοκρατία, κλείσιμο και φίμωση εφημερίδων, αλλά το κυριότερο, που αφορά την παρούσα εργασία, ήταν η εμπλοκή των αξιωματικών στη διαμόρφωση της πολιτικής των κυβερνήσεων(Πρωθυπουργός ο Αλ. Παπαναστασίου1924). Κινήματα,πραξικοπήματα εναντίον των πολιτικών,αλλά και «ξεκαθαρίσματα»μεταξύ τους χαρακτήριζαν τα ανώτατα κλιμάκια των αξιωματικών. Πλαστήρας, Πάγκαλος, Παπάγος, Οθωναίος, και πολλοί άλλοι πρωτοστατούσαν. Έτσι, η κατάσταση την οποία αντιμετώπισε ο Βερσής στο στράτευμα, γυρίζοντας από την αιχμαλωσία, δεν ήταν η καλύτερη.Η μεγάλη πολεμική περίοδος η οποία είχε προηγηθεί αλλοίωσε το κοινωνικό status της προέλευσης των αξιωματικών, εξαιτίας της αποστρατεύσεως ή μονιμοποιήσεως εφέδρων και οπλιτών.
Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν πελατειακές πολιτικές σχέσεις και ρουσφέτια. Ο Εθνικός Διχασμός, επίσης, στον οποίο συμμετείχαν αξιωματικοί, δημιούργησε ρήγμα στο στράτευμα, το οποίο πήρε μεγάλες διαστάσεις, μετά την ήττα στη Μικρά Ασία και έφθασε ως το Έπος του 1940. Τα αλλεπάλληλα κύματα αποστρατειών και αποτάξεων επέτρεψαν σε ομάδες ευνοούμενων αξιωματικών, ικανών και μη, να καταλαμβάνουν θέσεις και
βαθμούς αποταχθέντων και αποστρατευμένων. Η επετηρίδα του στρατού, βάσει της οποίας γίνονταν οι προαγωγές, έγινε αντικείμενο έριδας κατά την περίοδο 1922-1926. Το 1923 δημιουργήθηκε ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος με την προοπτική της αποτροπής κινήματος μέσα από τις τάξεις του στρατού. Το κίνημα όμως ξέσπασε τον Οκτώβριο του 1923, αλλά ο Σύνδεσμος το κατέστειλε. Η ανάμειξη του στρατού, όπως προαναφέρθηκε,
στην πολιτική ζωή με αποστρατεύσεις, αποτάξεις, καθαιρέσεις, συμβιβασμούς κορυφώθηκε με το «αποτακτικό» νομοσχέδιο που κατατέθηκε και ψηφίστηκε από τη Βουλή το 1927. Αυτό το κλίμα βρήκε ο Βερσής γυρίζοντας από την αιχμαλωσία, τον Αύγουστο του 1923, και έτυχε της «ευνοϊκής» μεταχείρισης της κυβέρνησης. Κατ’ αυτήν την περίοδο, η κυβέρνηση, παρά τη δυσαρέσκεια του Στρατιωτικού Συνδέσμου, παρέβλεψε τον κανονισμό ο οποίος προέβλεπε την αποστράτευση των αξιωματικών οι οποίοι επαναπατρίστηκαν από την αιχμαλωσία, μέχρι να αποδειχθεί ότι δεν συνεργάστηκαν με τον εχθρό. Μελετώντας επισταμένως το αρχειακό υλικό το οποίο μας παραχώρησε η ΔΙΣ και η ΥΣΑ, καθώς και αυτό της προσωπικής μας έρευνας διαπιστώνουμε ότι επρόκειτο για έναν συγκροτημένο αξιωματικό, ο οποίος αποκόμισε τις καλύτερες εκθέσεις για την παρουσία του στις μονάδες που υπηρέτησε. Ιδιαίτερα περιστατικά, σε συνδυασμό με τα προαναφερθέντα γεγονότα στο στράτευμα,
δεν αναφέρονται. Στην παρούσα εργασία θα επιλεγούν κάποια αντιπροσωπευτικά τεκμήρια για τον Βερσή. Σύμφωνα με την πρώτη έκθεση που του έγινε από τον Συνταγματάρχη Πυροβολικού Γεώργιο Κατσαρή, τον Σεπτέμβριο του 1925, για το διάστημα Οκτώβριος 1923- Φεβρουάριος 1924, κατά την πρώτη του τοποθέτηση μετά την αιχμαλωσία τον Οκτώβριο του 1923, «Γνωρίζει πολύ καλώς τα καθήκοντά του ως Διοικητού Ουλαμού εν Πυρ/χια προοιωνίζει πολύ καλού Διοικητού Πυρ/χίας…». Η έκθεση
αναφέρει ότι προήχθη σε Υπολοχαγό στις 13-12-1923 (ΕΔΥΣ 1156/1923) και η πρώτη Μονάδα που υπηρέτησε ήταν η 4η Πυροβολαρχία του ΑΣΠΠ. Εκεί, έμεινε έως και τον Φεβρουάριο του 1924. Η επισήμανση του διοικητού του: «… της πολύ καλής ανατροφής…» και της «… συμπεριφοράς προς τους ανωτέρους του κατά τον καλύτερον τρόπον…» καταδεικνύει το καλό αξιακό σύστημα της οικογένειας από την οποία προερχόταν και
στην οποία είχε γαλουχηθεί. Η υπόλοιπη έκθεση αναφέρεται στην εργατικότητά του, την επιμέλειά του, την ικανότητά του ως ιππέα και την κατάρτισή του όσον αφορά το όπλο του.
Στη συνέχεια, διαπιστώνουμε, από τις διαδοχικές σημειώσεις του βιβλίου μεταβολών του, ότι σε πρωθύστερη γινόμενη πρόταση ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου συμφώνησε με τους προκατόχους του και πρότεινε «… ίνα προαχθεί εις τον βαθμόν του λοχαγού κατ’ εκλογήν…». Αυτό σημαίνει ότι ο Βερσής από πολύ νωρίς διακρίθηκε ανάμεσα στο στράτευμα. Η συγκεκριμένη πρόταση έχει ημερομηνία 2 Οκτωβρίου 1925. Ενδιαμέσως, υπάρχουν οι εχέγγυες διαβεβαιώσεις των διοικητών του. Αφενός η έκθεση (Ξάνθη 4 Αυγούστου 1924) του Αντισυνταγματάρχη Πυροβολικού της XΙΙΙ Μεραρχίας ΣΟΠ Σ. Κώκα, ο οποίος επισήμανε δύο ακόμα προσόντα του νεαρού Βερσή: Την «…αξιέπαινον εντιμότητα…» και αυτό «….της κοινωνικής παραστάσεως πολύ καλής…». Οι δύο προαναφερθέντες χαρακτηρισμοί επιβεβαιώνουν την άριστη οικογενειακή ανατροφή του. Ιδιαιτέρως, η επισήμανση της «κοινωνικής παραστάσεως» μάς δίνει τη δυνατότητα να εικάσουμε ότι προερχόταν από αστική οικογένεια με κοινωνικές επαφές. Επίσης, ο διοικητής του επισημαίνει την άριστη υγεία του και σωματοπλαστική κατάστασή του, ικανού να συμμετάσχει σε εκστρατεία. Αφετέρου ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, Αντιστράτηγος Α. Μαζαράκης Αινιάν, κατά τη διάρκεια της απόσπασης του Βερσή (Ι εξάμηνο 1925) στο Γενικό Επιτελείο (υπ’ αρ. 133276/26-10-1924), αποκομίζει την κάτωθι εντύπωση, αφού προαναφέρει γι’ αυτόν τα προλεγόμενα προσόντα από τους διοικητές: «…καθεστώσι τον αξιωματικόν τούτον πρότυπον νέου και παρέχουσι πλήρεις εγγυήσεις περί της σταδιοδρομίας του…». Το αντιπροσωπευτικό υλικό του 1926 (Αθήναι 20 Μαρτίου 1926), μας προσθέτει δύο ακόμα προσόντα του νεαρού αξιωματικού. Το ένα εξ αυτών: «…γενικήν μόρφωσιν και εγκυκλοπαιδικάς γνώσεις…», υπερθεματίζει περί της αστικής καταγωγής του και του πνευματικού επιπέδου της οικογενείας, ιδιαιτέρως εκείνη την εποχή. Το δε δεύτερο: «…γνωρίζει και Γαλλικά…» καταδεικνύει ότι ο Βερσής είχε πάρει ήδη γαλλική παιδεία. Αυτό επιβεβαιώνεται και από άλλες εκθέσεις οι οποίες αναφέρουν την άριστη γνώση της Γαλλικής. Επιπροσθέτως, το 1927, υπάρχει ένα απόσπασμα για τον Βερσή από έκθεση του Αντισυνταγματάρχη Διευθυντή της Σχολής Πολέμου Στρατηγού Girard, ο οποίος είναι Αρχηγός της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής (21 Μαρτίου 1927) και επιβεβαιώνει τα προλεγόμενα. Η έκθεση είναι στα Γαλλικά. Εδώ αναφέρεται ότι ο Βερσής συμμετείχε κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης έχοντας τον ρόλο του μεταφραστή στην παραπάνω σχολή. Άλλωστε, έχουμε ήδη συναντήσει στις εκθέσεις που γίνονται από τους ανωτέρους του, αναφορές για τη γλωσσομάθειά του και δή για τα Γαλλικά. Εμείς, θα παραθέσουμε πιο αναλυτικά κάποια αποσπάσματα σε μετάφραση:
« . . . Ό ν τ α ς σ τ η ν δ ι ά θ ε σ η τ ο υ Αντισυνταγματάρχη Διευθυντού της Σχολής Πολέμου για την οργάνωση των ενεργειών τής προαναφερθείσης σχολής, εκπλήρωσε διάφορες αποστολές που του ανατέθηκαν με μεγάλη συνέπεια. Προσέφερε σημαντικό έργο στην μετάφραση διαφορετικών εγγράφων και συσκέψεων που προορίζονταν για τους μαθητές. Απόδειξη αποτελούν τα μεγάλα προτερήματα της αφοσίωσης, της διαφορετικότητας και του ζήλου…». Το παραπάνω απόσπασμα καταδεικνύει ότι ο νεαρός Υπολοχαγός Βερσής γνώριζε άριστα Γαλλικά, των οποίων η γνώση δεν προέρχεται από τη φοίτησή του στη ΣΣΕ, αλλά από την εγκύκλιο παιδεία του.
Ενισχύει δε την άποψη όχι μόνον της αστικής καταγωγής του, όπως έχουμε επισημάνει πρωθύστερα, αλλά και του πνευματικού επιπέδου της οικογένειάς του Στη συνέχεια, η έκθεση που γίνεται στον Βερσή στις 26-12-1928, εκτός των άλλων, επιβεβαιώνει την πρωθύστερη εικασία μας ότι η ανατροφή την οποία έχει πάρει από το σπίτι του είναι ό,τι καλύτερο:«…με αρίστην…, οικογενειακήν ανατροφήν…». Επίσης, εμφανίζεται και η πρώτη αρνητική επισήμανση για τον νέο αξιωματικό, «Δεν δεικνύει σταθεράν θελησιν και επιμονήν κατά την επίλυσιν των προβλημάτων…», η οποία όμως σε μετέπειτα έκθεση του 1929 (Ναύπλιον 19-1-1929) διαγράφεται με ειδική παράγραφο υπογραφομένη από τον
Αντισυνταγματάρχη Πυροβολικού Π. Ζερβέα. Στο ίδιο τεκμήριο εμφανίζεται και ετέρα αρνητική επισήμανση: «…της μετρίας αντιλήψεως…», όπως και η πληροφορία ότι παρακολούθησε με επιτυχία τα μαθήματα ως εκπαιδευτής αυτοκινήτων. Επίσης, κατά το ίδιο έτος υπάρχει και έτερο τεκμήριο (15η Σεπτεμβρίου 1929), το οποίο πιστοποιεί ότι ο Βερσής φοίτησε στη Στρατιωτική Αεροπορική Σχολή (ΔΥΣ 202417/27-9- 1929) με επιτυχία:
«…Ονομάσθη επίκουρος Παρατηρητής Αεροπορίας, ελθών κατά σειράν επιτυχίας 2ος μεταξύ των συμμαθητών του…». Το 1930 ο Βερσής αρρώστησε και μάλλον σοβαρά. Αυτό το αποδεικνύουν δύο τεκμήρια: Αφενός η επισήμανση σε έκθεση που του γίνεται (Σεπτέμβριος 1929 Μάρτιος 1930) και αναγράφεται στις διαδοχικές σημειώσεις: «…πλην έχει ανάγκη εργασίας εν Συντάγματι, λόγω της προηγούμενης μακράς του απουσίας δια
λόγους υγείας από μάχιμον υπηρεσία…» και συνεχίζει: «…Δυστυχώς η απόσπασίς του τη αιτήσει του εις το Υπουργείον Γεωργίας ανέκοψε τον αρξάμενον προσανατόλισμόν του προ τινός εις την μάχιμον υπηρεσίαν…». Και αφετέρου (Λάρισα 2-8-1930) το τεκμήριο όπου υπάρχει παράγραφος στην οποία εμφανίζεται η διαταγή απόσπασής του (υπ. αρ. 3227/27/2/30, δυσανάγνωστο το υπόλοιπο) στην Τοπογραφική Υπηρεσία του Υπουργείου Γεωργίας. Άρα, πιστοποιούνται τα ανωτέρω περί της σοβαρότητας της κατάστασης της
υγείας του. Βεβαίως, υπάρχει και κάτι πολύ ευχάριστο για τον νεαρό αξιωματικό αυτή τη χρονιά πέραν των ανωτέρω: η προαγωγή του σε Λοχαγό στις 5-7-1930 και με την Εγκ. 205/1930. Μελετώντας τα υπόλοιπα τεκμήρια εκθέσεων μέχρι το 1933, μετά από επεξεργασία, παραθέτουμε τα ακόλουθα: Αυτό του Συνταγματάρχη Π. Μελισσινού, Διοικητού του Α΄ Συντάγματος Ορεινού Πυροβολικού για το έτος 1932, όπου εμφανίζεται μια συγκεντρωτική αναφορά των προσόντων του Βερσή. Πιο αναλυτικά: «…αρτίας επαγγελματικής μορφώσεως, λίαν καλής εκπαιδευτικής ικανότητος, καλού Διοικητικού. Ταχείας αντιλήψεως, εργατικότατος κ΄ επιμελέστατος. Επίκουρος Παρατηρητής. Κατέχει το αυτοκίνητον. Γλωσσομαθής. Άκρως ευσυνείδητος. Αξιοπρεπής, ευγενέστατος κ΄ εν γένει αρίστης αγωγής. Κοινωνικός, σεμνός, λαμπρού χαρακτήρος. Συνάδελφος αγαπητός. Αποδίδει πολύ κ΄ είναι Αξ/κος μέλλοντος…». Αυτός ήταν, λοιπόν, ο Βερσής, δέκα χρόνια μετά την αποφοίτησή του από τη ΣΣΕ. Το πρότυπο αξιωματικού μέλλοντος. Στις 22 Φεβρουαρίου του 1933 ο Βερσής νυμφεύθηκε τη Σοφία Κουτσογιάννη. Αυτό πιστοποιείται με υπεύθυνη δήλωση την οποία κάνει ως Ταγματάρχης πια, το 1939. Τεκμήριο το οποίο μας έδωσε η ΥΣΑ, και εκεί, βλέπουμε τον γραφικό χαρακτήρα και την υπογραφή του.
Τέλος επιλέγουμε το τεκμήριο-έκθεση του Διοικητού του Α΄ Συντάγματος Βαρέως Πυροβολικού, Συνταγματάρχη Βασιλείου Κρυστάλλη, ο οποίος βεβαιώνει ότι στο διάστημα από τον Μάρτιο έως τον Νοέμβριο του 1933, ο Βερσής διετέλεσε «…Διοικητής Πυρ/χιας των 85 νεοσυλλέκτων κλάσεως 1932 Β΄…» και «Διώκησε την Πυρ/χίαν του μετ’
ενδιαφέροντος τόσον διά την αρτιοτέραν εκπαίδευσιν των εμπιστευθέντων αυτών ανδρών…». Επίσης, θα θέλαμε να προσθέσουμε ότι ο Βερσής διοικώντας την Πυρ/χίαν του τυγχάνει εξεταζόμενος και βαθμολογούμενος. Σύμφωνα με έκθεση επίδοσης εις τις ασκήσεις βολής, του ιδίου Διοικητού (Αθήναι τη 6η Οκτωβρίου 1933) έλαβε βαθμολογία «Λίαν Καλώς 17» για όλες τις επί μέρους φάσεις βολής. Επίσης, υπάρχει μια ανάλογη έκθεση για τις επιδόσεις στο όπλο του από το Στρατόπεδο των Θηβών-Κέντρο Βολής Πυροβολικού όπου και εκεί βαθμολογείται με «Λίαν Καλώς 15».
Την ίδια εποχή, το ρήγμα στο Στράτευμα και η εμπλοκή του (στρατεύματος) με την πολιτική εξουσία, σε παθογόνο μορφή κατά τις δύο προηγούμενες δεκαετίες, οδήγησαν στο κίνημα του 1935 στο οποίο πρωτοστατούσαν δύο στρατιωτικές οργανώσεις υπέρ της Βενιζελικής επανόδου. Το κίνημα, από στρατιωτική πλευρά, είχε ως σκοπό την εκκαθάριση του στρατεύματος από τους ανίκανους αξιωματικούς, καθώς και την πρόληψη δικτατορίας από στρατιωτικούς οι οποίοι πρόσκειντο στον Κονδύλη.
Γι’ αυτό και μέσα από τις εκθέσεις τού Βερσή διαπιστώνουμε ότι οι Αρχηγοί του ΓΕΣ άλλαζαν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Τα δε πολιτικά-πολιτειακά συνεχίζαν να ταλανίζουν τη χώρα. Από τα βιβλία μεταβολών του Βερσή δεν διαπιστώνουμε καμία συμμετοχή του σε αυτά, αν και ο στρατός πρωτοστατούσε.
Έτσι, το 1935 έχουμε μια έκθεση (Αθήναι 18 Φεβρουαρίου 1935) στην οποία προτείνεται από τον Αρχηγό του ΓΕΣ, Αντιστράτηγο Δ. Καθενιώτη: «προακτέος κατ’ εκλογήν». Και ετέρα θετική, από τον επόμενο Αρχηγό ΓΕΣ, Αντιστράτηγο Α. Χασαπίδη, καθ’ όσον ο Βερσής συνέχιζε να υπηρετεί στο ΓΕΣ. Η δεύτερη πρόταση για την προαγωγή του Βερσή σε Ταγματάρχη, διότι η πρώτη δεν τελεσφόρησε, ήταν στις 15-2-1936. Γίνεται από τον Διοικητή του VΙ Μικτού Συντάγματος Πυροβολικού Σερρών, Συνταγματάρχη Σκανιδάκη: «Προτείνω όπως προαχθή εις Ταγ/χην κατ’ εκλογήν». Η έκθεση δε που συνοδεύει την πρόταση είναι άκρως κολακευτική για τον εν λόγω Αξιωματικό. Η τρίτη και τελική πρόταση να προαχθεί σε Ταγματάρχη κατ’ εκλογήν έγινε το επόμενο έτος, στις 6-1-1937. Την έκθεση πρόταση την έκανε ο Επιτελάρχης της Επιθεωρήσεως, Αντισυνταγματάρχης Μ. Λυμπούσης, και το περιεχόμενό της είναι άκρως τιμητικό για τον Βερσή, την επαγγελματική ικανότητά του, τον χαρακτήρα του αλλά και την προσωπικότητα του
συνολικά. Ελαττώματα δεν υπάρχουν. Αλλά και η άλλη η έκθεση την οποία εντοπίσαμε σε δική μας έρευνα, για το Ι εξάμηνο του 1937 είναι το ίδιο θετική. Σε πολλές περιπτώσεις, ο βαθμός των επιθέτων που χρησιμοποιείται παραπέμπει σε υπερθετικό. Έτσι, ο Βερσής προήχθη κατ’ εκλογήν σε Ταγματάρχη με το ΒΔ 24-3-1938, Εγκ. 70/38.
Τα τελευταία τεκμήρια-εκθέσεις τα οποία επεξεργαζόμαστε για να συνθέσουμε την προσωπικότητα τού Ταγματάρχη είναι αυτά του 1939. Το πρώτο, είναι το τελευταίο φύλλο πορείας που πήρε ο Βερσής προς το VΙΙΙ Σύνταγμα Πυροβολικού Ιωαννίνων, με την υπ. αρ., Ε.Π. 17973/2-8-39 ΔΙΣ. Εκεί τον βρήκε και το ξέσπασμα του πολέμου. Το δε δεύτερο, είναι η συνολική-συνοπτική έκθεση ολοκλήρου του έτους, αλλά και η τελευταία της ζωής του. Συντάσσεται (Ιωάννινα 20-12- 1939) από τον Αντισυνταγματάρχη του VΙΙΙ Συντάγματος Πυροβολικού Ιωάννη Χριστοβασίλη και παρουσιάζει έναν ικανό αξιωματικό. Από άποψη χαρακτήρα: «…Σοβαρός και πειθαρχικός, επιβλητικός, εργατικός, φιλόπονος, ευθύς, ειλικρινής, αξιοπρεπής…», από υπηρεσιακής προοπτικής, από διοικητικής ικανότητας, από επαγγελματικής μόρφωσης όλα αναφέροντα ως «Πολύ Καλά». Επίσης, όσον αφορά την αντίληψή του, την κρίση του, την κοινωνική του παράσταση, τις εγκυκλοπαιδικές του γνώσεις, τη γλωσσομάθειά του χρησιμοποιείται ενίοτε και υπερθετικός βαθμός. Επιπροσθέτως, η ικανότητά του προς εκστρατεία είναι
πολύ καλή καθώς και η υγεία του, όπως αναφέρεται. Η κατακλείδα αυτής της τελευταίας έκθεσης είναι ότι έχει: «…εξαιρετικώς ανεπτυγμένον το στρατιωτικόν πνεύμα…».

Συμπεράσματα περιόδου
Η στρατιωτική καριέρα του Βερσή, όταν επαναπατρίστηκε από την αιχμαλωσία, κύλησε χωρίς εκπλήξεις. Οι εμπλοκές πολλών αξιωματικών με την πολιτική ηγεσία, δεν τον δελέασαν. Έμεινε απαρεγκλίτως πιστός μόνον στην πατρίδα: «…να φυλλάττω Πίστιν εις
την Πατρίδα…, να υπερασπίζω με πίστιν και αφοσίωσιν, μέχρι της τελευταίας ρανίδος του αίματός μου, τας Σημαίας…». Οι εκθέσεις των ανωτέρων του περιγράφουν έναν Αξιωματικό ολοκληρωμένο. Άλλωστε, και η από μέρους μας κοινωνιολογική αποκρυπτογράφηση των χαρακτηρισμών μάς οδηγεί στο ίδιο συμπέρασμα. Κατ’ αρχήν,
γαλουχημένος με εξαιρετικό αξιακό σύστημα, με παιδεία υψηλού επιπέδου, με πολύ καλή κοινωνικοποίηση, καθώς και με άριστη ανατροφή, είχε τις «βάσεις» όπου η ΣΣΕ «έχτισε». Στη συνέχεια, υπηρέτησε δύο φορές στο ΓΕΣ με τις καλύτερες εκθέσεις από τους Αρχηγούς. Τελείωσε τη σχολή της Αεροπορίας με την ειδικότητα του Επίκουρου Παρατηρητή, ενώ χρημάτισε και μεταφραστής (Γαλλικών) στη Σχολή Πολέμου από όπου αποκόμισε τον έπαινο του Γάλλου Στρατηγού.
Τελείωσε με επιτυχία και υψηλή βαθμολογία και τις Σχολές Πυροβολικού, που είναι και το Όπλο του. Όλους τους εν εξελίξει βαθμούς του τους έπαιρνε πάντα: «προακτέος κατ’ εκλογήν». Τέλος, χρησιμοποιώντας ένα απόσπασμα από την τελευταία προς αυτόν έκθεση, του 1939: «…Σοβαρός κ΄ πειθαρχικός, επιβλητικός, εργατικός, φιλόπονος, ευθύς, ειλικρινής, αξιοπρεπής…» υπερθεματίζουμε για έναν Αξιωματικό έτοιμο να υπερασπιστεί με αυτοθυσία το Χώμα, την Τιμή και τη Θρησκεία της Πατρίδας του.

Περιοδος 1940-1941 Η ΤελικΗ ΠραξΗ
οι «Μεσσιανικές» λύσεις…



Τα χαρακτηριστικά που αιτιολογούν το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη ήταν: μεγάλη αφαίμαξη ανθρώπινων πόρων, οικονομική κατάρρευση, ερείπια παντού, επισφαλής ειρήνη. Η αίσθηση που διακατείχε τον Ευρωπαίο πολίτη ήταν η ανασφάλεια. Οι Μεγάλες Χώρες εγκαινίασαν μια νέα εποχή αστάθειας. Η ανεργία, η οποία μάστιζε τους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς, υποκίνησε την αμφισβήτηση των κυρίαρχων καθεστώτων και την προσχώρηση των χωρών σε ακραία σχήματα. Η ολοκληρωτική μορφή του κράτους εμφανίστηκε άλλοτε για απλή διόρθωση δυσλειτουργιών και αναζήτηση απόλυτης αυτάρκειας (φασιστικά κράτη), άλλοτε για διαχείριση ολόκληρης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής (Σοβιετική Ρωσία) και άλλοτε για έλεγχο και διευθέτηση κάθε πλευράς της ανθρώπινης ζωής φιλοδοξώντας να πλάσει έναν νέο άνθρωπο (χιτλερική Γερμανία). Έτσι, η «μεσσιανική» λύση της Γερμανίας, αφού ενέδυσε το έθνος με φυλετική υπεροχή και το κράτος με εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία, οδήγησε την Ευρώπη να ζήσει έναν νέο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η φρίκη του πολέμου που χτύπησε την πόρτα της Ευρώπης αντικατοπτρίζεται στη φράση του Karl Saller, όπως ειπώθηκε στη διάρκεια του Παγγερμανικού Συνεδρίου: «…το Γερμανικό Έθνος είναι το τελευταίο καταφύγιο της Αρίας φυλής.[…], εμπρός του κείται ο μεγαλύτερος στόχος της παγκοσμίου ιστορίας…». Το στράτευμα παραμονές του πολέμου Αυτά, τα κατ’ Ευρώπη. Τα καθ’ ημάς
ακόμα πιο δύσκολα. Πολιτικά, η δικτατορία του Μεταξά, αλλά με άκρως κοινωνικό πρόσωπο. Στρατιωτικά, στο τιμόνι του Γενικού Επιτελείου Στρατού ο Αντιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος. Το Έπος του ’40 το γνωρίζουμε όλοι. Αυτή τη ρομαντική προοπτική της ομόνοιας, της συσπείρωσης (;) και της θαρραλέας αντιμετώπισης των Μεγάλων
Υπερδυνάμεων του προηγούμενου αιώνα, που έγινε πράξη! Όμως, πιστεύουμε ότι στην παρούσα εργασία θα πρέπει να μας απασχολήσει και να αναφέρουμε τις αδυναμίες της στρατιωτικής οργάνωσης και σύμπνοιας (ενίοτε) για την προάσπιση της εδαφικής μας ακεραιότητας. Αυτό γίνεται με σκοπό να αναδειχθεί η τιτάνια προσπάθεια των στρατιωτικών μας στο μέτωπο, όπως και οι θυσίες μεμονωμένων ηρώων, όπως αυτή του
Βερσή. Υπό την παραπάνω προοπτική διαπιστώσαμε ότι η στρατιωτική προετοιμασία της
Ελλάδας, εκείνη την εποχή, είχε γίνει επί τη βάσει του Βαλκανικού Συμφώνου Συνεργασίας (1934), για την προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας όπου η Βουλγαρία δεν συμμετείχε (οχυρ ω μ α τ ι κ ά έ ρ γ α στον βουλγαρικό άξονα). Η κατάληψη όμως της Αλβανίας από την Ιταλία σήμαινε ότι ένας απρόβλεπτος κίνδυνος χτυπούσε την πόρτα της Ελλάδας, η οποία βρισκόταν ανοχύρωτη σε εκείνο το σημείο των συνόρων της. Αυτό προκάλεσε τις επικρίσεις στο εσωτερικό και εναντίον της κυβέρνησης αλλά και του Γενικού Επιτελείου. Επιπροσθέτως, δεν δικαιολογούνται από την πλευρά του ΓΕΣ οι παραλείψεις: «…της δημιουργίας προϋποθέσεων, με την προμήθεια του απαιτούμενου υλικού και της κατάλληλης σύνθεσης των στρατιωτικών μονάδων, για την οργάνωση του στρατού εκστρατείας, που θα διέθετε μηχανοκίνητες αυτοδύναμες μονάδες με ευκινησία
και αποτελεσματικότητα που απαιτούσαν οι νέες θεωρίες πολέμου. […] Αντιθέτως ήταν προσκολλημένη στην απαρχαιωμένη προοπτική του αμυντικού πολέμου και των οχυρώσεων […]». Ένα δεύτερο μελανό σημείο το οποίο στιγματίζει το στράτευμα εκείνη την εποχή είναι ο αποκλεισμός των βενιζελικών αξιωματικών από τον πόλεμο. Άκρως ατιμωτικό για αξιωματικούς! Άρα, το ρήγμα του 1917 και η περαιτέρω «αλλοίωση» που
υπέστη διαχρονικά το στράτευμα, όπως έχουμε περιγράψει ανωτέρω, καλά κρατούσε, και έφτασε ως το μέτωπο.

Η Vιιι Μεραρχία της στρατιάς Ηπείρου,
Προμαχούσα…
Αν μελετήσουμε τα στρατιωτικά αρχεία της ΔΙΣ και δη την Επίτομη Ιστορία την οποία και θα επικαλεστούμε παρακάτω, θα διαπιστώσουμε ότι το αμυντικό δόγμα, όσον αφορά την προάσπιση των συνόρων μας, διείπε τη στρατηγική της Ελλάδας το ’40. Παράδειγμα, για τη Στρατιά Ηπείρου, (Α΄ Σώμα Στρατού Διοικητής Αντιστράτηγος Δεμέστιχας Π.) η VΙΙΙ Μεραρχία που υπηρετούσε ο Βερσής είχε εντολή να υποχωρήσει έως τον Άραχθο όπου εκεί θα έδινε και την τελική μάχη. Έπραξε όμως άλλως. Πιο αναλυτικά: Η Μεραρχία αυτή ήταν η μόνη από τις μεγάλες μονάδες που υπερασπιζόταν στην πρώτη φάση του πολέμου την τιμή και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας απέναντι σε υπέρτερες δυνάμεις. Παρά τις εντολές του Αρχιστρατήγου Παπάγου για υποχώρηση και κάλυψη της κεντρικής Ελλάδας (Ιωάννινα – Ζυγός Μετσόβου), ο Διοικητής της VIII Μεραρχίας, Υποστράτηγος
Χαράλαμπος Κατσιμήτρος τον αγνόησε και υπερασπίστηκε το ελληνικό έδαφος χωρίς να εγκαταλείψει την προωθημένη αμυντική γραμμή. Την δε 1η Νοεμβρίου η Πυροβολαρχία του Βερσή έδωσε σκληρές μάχες στην περιοχή Ελαία Καλαμά Ιωαννίνων. Κατά τις μαρτυρίες του Υποστρατήγου Χ. Κατσιμήτρου, η Μοίρα τού Βερσή ήταν αυτή που στις 3 Νοεμβρίου αντιστάθηκε σθεναρά στο Καλπάκι, στη Σαμαρίνα, στη Βωβούσα, με αποτέλεσμα ο εχθρός να εκκενώσει τις ήδη κατειλημμένες θέσεις. Ο Βερσής και η Μοίρα του Βερσή μάχονταν ηρωικά στις δύο πρώτες φάσεις του πολέμου εναντίον τριών εχθρών: των Ιταλών που, παρά την αριθμητική υπεροχή τους, τους αντιμετώπισαν, όπως αποδείχθηκε, σαν Λεωνίδες και Διάκοι, και του απρόβλεπτου εχθρού, το κρύο!
Στα χιόνια θάφτηκαν όχι μόνον άνθρωποι αλλά και τα σχέδια ανώτατων διοικητών και στρατηγών. Τα νοσοκομεία γέμισαν με ακρωτηριασμένους στρατιώτες. Ο αγώνας προάσπισης μετατράπηκε σε αγώνα επιβίωσης. Το πολικό κρύο, η λάσπη, η βρωμιά και η
ψείρα, τα παγωμένα πτώματα ανδρών και ζώων και τέλος οι ακρωτηριασμοί και ο αργός θάνατος αποτέλεσαν τον πιο σημαντικό εχθρό της Πίνδου. Τέλος, είχαν να αντιμετωπίσουν τις διαφωνίες μεταξύ Στρατιωτικής Μητρόπολης (Αρχιστρατήγου Αλ. Παπάγου) και των Σωματαρχών των μετώπων, όχι μόνον περί της διεξαγωγής του πολέμου αλλά και στη συνέχεια, της διαχείρισης της ήττας από τους Γερμανούς και της σύμπτυξης-υποχώρησης. Όπως αποδείχθηκε ο πρώτος εχθρός που ξεκίνησε τον πόλεμο ήταν και ο πιο «εύκολος» για αξιωματικούς και στρατιώτες, παρά την υπέρτερη δύναμη. Η φιλοπατρία, τα ιδανικά, η ιστορία της ελληνικής φυλής, ο ηρωισμός, η αυτοθυσία οδήγησαν στις νίκες του Αλβανικού Έπους εναντίον των Ιταλών. Ο Ταγματάρχης Κ. Βερσής, πολεμάει τους δύο πρώτους προαναφερθέντες εχθρούς με ηρωισμό και αυτοθυσία. Η αναφορά του Αντιστρατήγου Τσολάκογλου για τον ηρωισμό του
Πυροβολικού, στα απομνημονεύματά του λέει: «…Θα ήτο μεγίστη παράλειψις εάν δεν εμνημόνευον ενταύθα την αυτοθυσίαν, την προθυμοποίησιν δια πάσαν επιχείρησιν και την τολμηράν όσον και εύστοχον δράσιν του Πυροβολικού μας παντός διαμετρήματος. Οι φιλόξενοι και σεμνοί αξιωματικοί του πυροβολικού επέδειξαν πρωτοβουλίαν και ακριβή
αντίληψιν των τακτικών αναγκών. Ένεκα τούτου ίδρυον πολλάκις παρατηρητήριον εις τας πρώτας γραμμάς.[…], Το δε πεδινόν Πυροβολικόν τολμηρώς προωθηθέν ανάκοψεν την σφοδράν επιθετικήν στροφήν του εχθρού και παρέσχεν τον υλικόν χρόνον εις το ελάχιστον πεζικόν μας […] να προπαρασκευάσουν την εξόρμησην προς εκδίωξιν του εχθρού […]» . Ο Βερσής ανήκει στους παραπάνω μαχητές. Οι μαρτυρίες αλλά και οι εκθέσεις των ανωτέρων του μας σκιαγραφούν έναν αξιωματικό ο οποίος προασπίζει το «μετερίζι του», πρώτος αυτός, αλλά και διασφαλίζει τους φαντάρους του: «φιλότιμος και γενναίος αξιωματικός διοίκησε άριστα την Μονάδα ταύτην, καθ’ όλην την διάρκειαν του εξαμήνου αγώνος…». «Αγνοεί» το σοβαρό πρόβλημα υγείας, αρνείται τη ζεστασιά των ασφαλών γραφείων στα επιτελεία και μάχεται στην πρώτη γραμμή. Ο Αντιστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος αναφέρει συγκεκριμένα για το παραπάνω: «…Η Μεραρχία έχοντας υπ’ όψιν της ότι ο άριστος ούτος κατά πάντα αξιωματικός έπασχεν εξ ανιάτου νοσήματος και δεν ηδύνατο να ανθέξη εις τας σκληράς δοκιμασίας χειμώνος, κατ’ επανάληψιν τον εκάλεσε να υπηρετήση εις το Επιτελείον αυτής. Ούτος όμως ανένδοτος δεν εδέχθη τούτο και παρέμεινεν εις την μονάδα του, αχώριστος συμμαχητής των ανδρών του, παρέχων ούτω υπέροχον παράδειγμα αυταπαρνήσεως και αυτοθυσίας…». Και συνεχίζει πολεμώντας πρώτος Αυτός, μπροστά Αυτός, όπως οι Λεωνίδες της ελληνικής Ιστορίας. Τα δύο αποσπάσματα από εκθέσεις ανωτέρων του, τα οποία παρατίθενται στη συνέχεια, αποτελούν τεκμήρια από ιδιωτικά αρχεία. Τα παραστατικά της έκθεσης και της Ημερήσιας Διαταγής ανευρέθηκαν στο βιβλίο του Γιώργου Μακαρόνα, το δε κείμενο από τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Εφέδρων Πυροβολικού.
Έτσι, αναφέρουμε αποσπάσματα από την έκθεση του Διοικητή Πυροβολικού της VΙΙΙ Μεραρχίας Αντισυνταγματάρχη Αλέξανδρου Ασημακόπουλου, η οποία συντάσσεται στις 10 Δεκεμβρίου και εκθειάζει τον Ταγματάρχη: «…Κατά την διάρκειαν της 15ημέρου μάχης του Καλπακίου, το παρατηρητήριον του (Ασονίτσα) ήτο βληματοδόχη. Παρέμεινε ψύχραιμος, διευθύνων τον αγώνα της μοίρας του, καίτοι από απόψεως προσωπικής ασφαλείας δεν ήτο οργανωμένον το παρατηρητήριόν του (μικρά οπή προ της στρατιωτικής οφρύος του ορεινού όγκου τελείως ασκεπής). Τον έβρισκα, οσάκις μετέβαινα ίνα τον ίδω εκ του πλησίον, βρεχόμενον εντός της λασπώδους οπής εις την οποίαν την πρωίαν προ της χαραυγής, εισήρχετο και εξήρχετο το εσπέρας, διότι πάσα επικοινωνία με, προς φίλιας γραμμάς, κλιτύς του ορεινού όγκου προκάλει πυρά του εχθρικού πυροβολικού. Το πέριξ του παρατηρητηρίου του έδαφος ήτο ωσεί κεντημένον
από τας διαρρήξεις του εχθρικού πυροβολικού και κατά την διάρκεια της ως άνω μάχης
(Νοέμβριος 1940) έβρεχε σχεδόν καθημερινώς. Το παρατήριόν του ήτο εις ύψος 1.100 μ. Ο Βερσής ήτο α σ θ ε ν ή ς α λ λ ά ουδέν παράπονον εξέφραζεν. Κατά την μάχην ταύτην διελύθησαν, υπό μόνον των βολών του πυροβολικού, μία μεραρχία πεζικού του εχθρού και μία μηχανοκίνητος, χωρίς να κατορθώσωσι να λάβωσι στενήν επαφήν, ουδέ να επιτεθώσι κατά της φιλίας τοποθεσίας αμύνης. Η μοίρα του δια των ευστόχων και επικαίρων βολών, συνετέλεσε τα μέγιστα εις την νίκην ταύτην. Από της αναλήψεως της επιθέσεως και της καταδιώξεως του εχθρού, η μοίρα ην διοικούσε, πρώτη εξήλθε της φιλίας τοποθεσίας και ο γενναίος ενθουσιώδης πατριώτης Ταγματάρχης Βερσής διεκινδύνευσε μεταξύ των πρώτων, ζωντανόν παράδειγμα αφοσιώσεως εις το καθήκον…».
Και στην Ημερήσια Διαταγή Αξιωματικών του ΑΣΠΠ, της 25ης Απριλίου 1941 (μετά την αυτοκτονία), ο Διοικητής του Συντάγματος, Αντισυνταγματάρχης Δ. Ραζής προτείνει τον Βερσή να προαχθεί εις ανώτερο βαθμό, διότι όπως αναφέρει: «…α) κατά την κλιμάκωσιν των πυροβολαρχιών του από του 17ου χιλιομέτρου βορείως του Αργυροκάστρου, ήτοι επί των θέσεων Παλαιοκάστρας-ΑργυροκάστρουΒλαχοκοράντζι, από 16 έως 20 Απριλίου 1941, επεδείξατο εξαιρετικήν ψυχραιμίαν, θάρρος και αυτοθυσίαν, συντελέσας δια των πυρών της Μοίρας του να επιφέρη μεγάλας απωλείας εις τον εχθρόν και να επιβραδύνει αυτό, ώστε η απαγκίστρωσις των Συνταγμάτων της VΙΙΙ Μεραρχίας να γίνη κανονικώς και άνευ απωλειών. β) Διότι, τάξας την μοίρα του εις λίαν προωθημένην θέσιν εις περιοχήν Κακαβιάς, με εντολήν αντιαρματική και αμέσου υποστηρίξεως, δια αντίστασιν
μέχρις εσχάτων, επεδείξατο ψυχραιμίαν αξιοθαύμαστον, αυτοθυσίαν και ηρωισμόν, συντελέσας δια των πυρών της Μοίρας του εις επιβράδυνσιν του προελαύνοντος εχθρού και ανακατάληψιν απολεσθέντος σημείου στηρίξεως, παρά το ζωηρότατον και συνεχές πυρ της εχθρικής αεροπορίας, πυροβολικών και αυτομάτων όπλων, διακινδυνεύσας πολλάκις…».
Από τα παραπάνω στρατιωτικά έγγραφα διαπιστώνουμε ότι ο Ταγματάρχης Κωνσταντίνος Βερσής αγωνίστηκε μέχρις εσχάτων για ό,τι μπορεί να συμπεριλαμβάνει για την ελληνική φυλή η λέξη Πατρίδα.
Συγκροτημένος Αξιωματικός, καταρτισμένος στο Όπλο του, ψύχραιμος την ώρα της μάχης και των αποφάσεων, υπερβάλλοντας εαυτόν, εξαιτίας της υγείας του, έδωσε το παράδειγμα στους στρατιώτες του. Πολέμησε στην πρώτη γραμμή, ΠΡΩΤΟΣ. Νίκησε τους Ιταλούς. Αναχαίτησε με επιτυχία τις επιθέσεις τους. Βρισκόταν ολημερίς στο παρατηρητήριό του και έδινε εντολές. Πρωτοστάτησε και έσωσε την VΙΙΙ Μεραρχία στο Καλπάκι, συνεπικουρούμενος από τον Συνταγματάρχη Πυροβολικού Παναγιώτη Μαυρογιάννη. Νίκησε και το κρύο, τις κακουχίες, τις ψείρες, την πείνα ενίοτε, τα κρυοπαγήματα. Ήξερε από κακουχίες. Είχε πάρει το βάπτισμά του σ’ αυτές στη Μικρά Ασία, γι’ αυτό και τις «διαχειριζόταν». Ήταν συνειδητά στην Αλβανία. Ήταν συνειδητά στην πρώτη γραμμή. Ήξερε ότι αν νικηθεί δεν θα υπήρχε αύριο. Αμύνθηκε στη Μητρόπολη των ιδανικών του: Την ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΟΥ. Γι’ αυτό έφτασε έως το ΤΕΡΜΑ.

Η συνθηκολόγηση…

«Πάσι δε ανεπίφθονον την προσήκουσαν σωτηρίαν εκπορίζεσθαι» Θουκιδίδης κεφ. VΙ, παρ. 81
Πριν αναφερθούμε στην Τελική Πράξη του Κ. Βερσή, πιστεύουμε ότι είναι επιβεβλημένο για την τελική μας απόφανση να αναφερθούμε στην περιρρέουσα στρατιωτική και πολιτική ατμόσφαιρα, παραμονές της συνθηκολόγησης. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι
η περίοδος από την αρχή της συμπτύξεως του Ελληνικού Στρατού έως και την αναχώρηση της κυβέρνησης και της παραίτησης του Αρχιστρατήγου Παπάγου ήταν από τις τραγικότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας με βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες
συνέπειες. Από τη στιγμή που το μέτωπο της Γιουγκοσλαβίας κατέρρευσε και οι Γερμανοί υπερνίκησαν τη γραμμή Μεταξά, τα πράγματα δυσκόλεψαν για την ΤΣΔΜ, αλλά περισσότερο για την ΤΣΗ, που βρέθηκε ανάμεσα σε δύο εχθρούς. Σ’ αυτό το σημείο θα αναφερθούμε στην πολιτική κατάσταση και το ηθικό του στρατεύματος της Στρατιάς Ηπείρου στην οποία ανήκε και πολεμούσε από την πρώτη ημέρα του πολέμου, ο Βερσής.
Ό τ α ν η κ υ β έ ρ ν η σ η κ α ι ο Αρχιστράτηγος Παπάγος αντέταξαν το δεύτερο ΟΧΙ, η ψύχραιμη άποψη των αξιωματικών του Α΄ και Β΄ Σώματος της Στρατιάς Ηπείρου, οι οποίοι γνώριζαν από την πρώτη γραμμή την κατάσταση, ήταν ότι ο Ελληνικός Στρατός δεν θα έπρεπε να μπει σε μια νέα χωρίς αποτέλεσμα πολεμική περιπέτεια. Στη συνέχεια, η πτώση της Θεσσαλονίκης, η συνθηκολόγηση του ΤΣΑΜ, η ραγδαία κατάρρευση της νότιας Σερβίας και η είσοδος των Γερμανών στη Φλώρινα απογοήτευσαν τα στελέχη και τους οπλίτες. Ο Αρχιστράτηγος Παπάγος, εν όψει αυτής της κατάστασης, προβαίνει την 6ην Απριλίου σε αποστρατεύσεις, θεωρώντας υπεύθυνους τους αντιστρατήγους του μετώπου. Αλλά εις μάτην. Έτσι, η αδικαιολόγητη καθυστέρηση της διαταγής για σύμπτυξη του Ελληνικού Στρατού είχε σοβαρές συνέπειες στο μέτωπο.
Στη συνέχεια, θα παρατεθούν κάποια από τα αποσπάσματα εκθέσεων και τηλεγραφημάτων των Σωματαρχών για να αντιληφθούμε δύο πράγματα:
πρώτον, το ηθικό του στρατεύματος και την κοινή άποψη των Σωματαρχών περί συνθηκολογήσεως και δεύτερον, τη στάση της Αθήνας σε στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο.
Απόσπασμα έκθεσης Υποστράτηγου Μπάκου Διοικητού του Α΄ Σώματος Στρατού, Μ. Παρασκευή 18 Απριλίου1941: «…τα γεγονότα εξελίσσονται ραγδαίως. Μία και μόνη σκέψις εβασάνιζεν τους πάντας. Να ευρεθώσι εντεύθεν των συνόρων […]. Οι διαρροές είχον αρχίσει παντού. Οι αξιωματικοί είχον μεταβληθή εις αγρονόμους προσπαθούντες να συγκρατήσωσι τους φεύγοντας. Ο Στρατηγός Ρουσσόπουλος ανέφερεν την διαρροήν, ετόνιζεν ότι μετεβλήθη εις αγροφύλακα. Ο Ταγματάρχης του Πυροβολικού Σχοινάς προσελθών μοι ανέφερε, ότι η διαρροή επεκτείνεται άνευ προηγουμένως. Το Απόσπασμα
Γιαννακόπουλου απεδείχθη ότι διελύθη ουχί υπό την πίεσιν του εχθρού, αλλά λόγω φυγής των Ανδρών […]. Η κατάστασις από στιγμής εις στιγμήν καθίσταται φρικώδης.[…], Οι στρατιώται επιτίθενται κατά των αξιωματικών, ών αρπάζουσι τας αποσκευάς μετά των κτηνών και τρέπονται προς τας εστίας των.[…]. Εις το 16ον και 19ον Συντάγματα ομοίαι ανταρσίαι. Εις τα 50όν και 33ον αυτόμολοι και φυγάδες.[…]. Εις το 8ον Σύνταγμα δηλώσεις: «δεν πολεμάμε τους Γερμανούς». Οι διάφορι φυγάδες καταλαμβάνουν την κεντρικήν οδόν και διεσπείρουν εμπόδια. Ο εφοδιασμός καθίσταται προβληματικός μέχρις ανυπαρξίας […]» . Έτσι, διαμορφωνόταν η κατάσταση ανάμεσα στο στράτευμα.
Μάταια οι Σωματάρχαι του μετώπου ανέμεναν την τελική απόφαση του Αρχιστρατήγου, όπως περισώσουν το γόητρο ενός νικητή στρατού. Η δραματική κατάσταση των λιποταξιών τούς έκανε να αναλαμβάνουν και εκνόμους πρωτοβουλίες: «…ΙV. Όσον αφορά τέλος το ηθικόν, δια την συγκράτησιν τούτου, εις επίπεδον ό επιβάλλει η τιμή και το συμφέρον του Έθνους και του Στρατεύματος, το Σώμα Στρατού οφείλει να λάβη δρακόντεια μέτρα, καταδικάζον παραδειγματικώς πάσαν πράξιν ασυμβίβαστον προς την πειθαρχίαν…». Ο Αντιστράτηγος Μπάκος, όπως διαβάζουμε στα Απομνημονεύματα του Αντιστρατήγου Γ. Τσολάκογλου (1959), εκτέλεσε αρκετούς αξιωματικούς και άνδρες προς συγκράτηση του ηθικού, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Το τηλεγράφημα δε, το οποίο στέλνουν οι Σωματάρχαι της Σ.Η. προς την Μητρόπολη των Αθηνών απευθυνόταν και έλεγε:

Καταγραφήqqqwwwsss

Διερωτώμεθα όμως τι περίμεναν ο Αρχιστράτηγος στην Αθήνα και η κυβέρνηση. Σίγουρα η ευθύνη μιας συνθηκολόγησης για έναν νικηφόρο Στρατό είναι μεγάλη. Η κυβέρνηση
όμως ετοίμαζε τις βαλίτσες της μετά του βασιλέως για ασφαλές μέρος, παρά τη στάση που εκδηλώθηκε από τους άνδρες του Ναυτικού στα αντιτορπιλικά, οι οποίοι ηρνούντο να «μετακινήσουν» τους πολιτικούς ενώ η Ελλάδα βρισκόταν σε κίνδυνο. Ο δε Αρχιστράτηγος Παπάγος, παρά τις εκκλήσεις των Σωματαρχών του για συνθηκολόγηση, μεριμνούσε διά άλλα τινά, όπως για την ασφαλή μεταφορά των Βρετανικών Στρατευμάτων από τις πολεμικές περιοχές, διότι όπως έλεγε, κατά τις μαρτυρίες τού Τσολάκογλου: «…Τυγχάνων Αρχιστράτηγος όχι μόνον των Ελληνικών αλλά και των Βρετανικών Στρατευμάτων και δεν δύναμαι να προβώ εις λήψιν αποφάσεως συνθηκολογήσεως τουλάχιστον προ της πλήρους αποχωρήσεως των Βρετανικών Στρατευμάτων εξ Ελλάδος…». Και: «…Την πρωίαν της 17ης Απριλίου έκρινα καθήκον μου να ανακεφαλαιώσω άπασαν την τακτικήν κατάστασιν και να αναφέρω την ωμήν αλήθειαν αυτοπροσώπως εις τον Αρχιστράτηγον […], τω όντι συνεδέθην και ανέπτυσσον την κατάστασιν. Αλλά αύτη εφαίνετο ότι δεν τον ενδιέφερε, διότι με διέκοπτε δια να ερωτήση αν έφυγον εκ Καλαμπάκας οι Βρετανοί, αν ο καιρός ήτο συννεφώδης δια να ευκολύνονται οι Άγγλοι εις την σύμτυξιν χωρίς να ενοχλώνται από τα εχθρικά αεροπλάνα […]». Τέλος περί της συνθηκολογήσεως παρά του ότι ήταν πεπεισμένος ότι έπρεπε να γίνει άμεσα, αποφαίνεται: «…διατί δεν το κάμουν (την ανακωχήν) μόνοι των οι εκεί στρατηγοί; […]».

versisssss
O Βερσής όμως πολεμούσε. 16- 21 Απριλίου. Μάχη ηρωική, με σκοπό να προασπίσει την σύμπτυξη των Συνταγμάτων της VΙΙΙ Μεραρχίας. Παρά τα παραπάνω συμβαίνοντα, είχε πάει εκεί για να προασπίσει το παρατηρητήριό του και μέσα από αυτό την Πατρίδα του. Δεν τον αφορούσαν τα παρασκήνια του πολέμου. Για το μόνο που νοιαζόταν ήταν για το Ελληνικό Χώμα και ό,τι αυτό «μετέφερε» από την αρχαιότητα. Όμως μάθαινε και ανησυχούσε. Εδώ και πολύ καιρό, είχαν αρχίσει να περνάνε από μπροστά του κάποιες άλλες πολεμικές εικόνες, εκείνες του 1923, πριν από δεκαεπτά χρόνια. Και μετά η συνθηκολόγηση. Ο Αντιστράτηγος Τσολάκογλου, μετά από σύμφωνη γνώμη και των υπόλοιπων Σωματαρχών, ανέλαβε να σηκώσει το βάρος της «Ιστορίας», αφού η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Αθήνας δεν μπόρεσε. Αλλά και εκεί η υπόθεση δεν ήταν εύκολη. Οι όροι οι οποίοι υπογράφθηκαν κατ’ αρχάς την 20ήν Απριλίου στα Ιωάννινα από τον Αντιστράτηγο Γ. Τσολάκογλου και τον Υποστράτηγο Ντήτριχ, Διοικητή της Σωματοφυλακής SS Αδόλφος Χίτλερ, ήταν άκρως ευνοϊκοί για τον Ελληνικό Στρατό. Για τους αξιωματικούς δε, πιο πολύ. Δεν τους θεωρούσε αιχμαλώτους πολέμου. Διατήρησαν τα ξίφη των. Οι στρατιώτες παραδόθηκαν σ’ αυτούς. Διαχειρίζονταν τα στρατόπεδα. Η συνέχεια όμως, μετά το διάγγελμα του Βασιλέως: «…αμύνης μέχρις εσχάτων…» άλλαξε τα πράγματα. Στο νέο πρωτόκολλο της 21ης Απριλίου, που υπογράφθηκε πάλι στα Ιωάννινα
από τον Αντιστράτηγο Γ. Τσολάκογλου, ως αιχμάλωτο πολέμου πια, και τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου των εν Ελλάδι Γερμανικών Στρατευμάτων Γκράϊφεμπεργκ, αθετήθηκαν κάποιοι προσυμφωνηθέντες όροι και μεταβλήθηκαν προς το χειρότερο. Όμως, αρχικά δεν θίχτηκαν ούτε η τιμή ούτε τα όπλα των Ελλήνων αξιωματικών.
Ανησυχία όμως υπήρχε όσον αφορά την ασφάλεια των στρατευμάτων στα Ιωάννινα από τους Ιταλούς. Οι ασαφείς όροι περί καταπαύσεως του πυρός μεταξύ Ελλάδος και Ιταλίας ανησύχησαν και δημιούργησαν πανικό στους αξιωματικούς και οπλίτες, οι οποίοι βρίσκονταν στην περιοχή Ιωαννίνων. Οι εχθροπραξίες καλά κρατούσαν. Η δραματική όμως πλέον έκβαση των πραγμάτων ήταν μήπως ελληνικά συγκροτημένα τμήματα Στρατού περιέλθουν αιχμάλωτα στους Ιταλούς, οι οποίοι προωθούνταν στα πρόθυρα των Ιωαννίνων. Από το απόγευμα της 22ας Απριλίου, τα νέα διαπέρασαν όλα τα τμήματα του Ελληνικού Στρατού. Δημιουργήθηκε απερίγραπτη σύγχυση και πανικός. Οι αξιωματικοί και οι οπλίτες, χρησιμοποιώντας κάθε μέσο μεταφοράς, κατευθύνονταν προς τον Νότο αφήνοντας τον οπλισμό τους, που θεωρείτο πλέον λεία πολέμου των Ιταλών. Ό Έλληνας Αντιστράτηγος ειδοποιήθηκε και ως αιχμάλωτος πολέμου μετέβη με γερμανικό στρατιωτικό αεροπλάνο στη Θεσσαλονίκη όπου υπογράφθηκε το τελικό πρωτόκολλο συνθηκολόγησης. Το υπέγραψαν από ελληνικής πλευράς ο Αντιστράτηγος Γ. Τσολάκογλου, από γερμανικής ο Στρατάρχης Γιόντλ, Επιτελάρχης της Ανώτατης Διοίκησης των Γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων και από ιταλικής ο Στρατηγός Φερέρο.

Η τελευταία Πράξη
Ίσως πολλές φορές οι λέξεις δεν μπορούν να αποδώσουν το περιεχόμενο μιας τραγικής ή ηρωικής πράξης. Γι’ αυτό συνήθως η αναγγελία τους γίνεται με τις ακριβώς απαραίτητες
λέξεις. Τούτο έγινε με την τελευταία Πράξη του Ταγματάρχη Κωνσταντίνου Βερσή, Διοικητή Μοίρας Πυροβολικού στη Ραψίστη Ιωαννίνων. Τα πολεμικά ανακοινωθέντα ήταν λιτά και ετεροχρονισμένα. Έκθεση Αντιστράτηγου Παναγιώτη Δεμέστιχα:
« Ο Τ α γ μ α τ ά ρ χ η ς τ ο υ Π υ ρ / κ ο ύ ΒΕΡΣΗΣ διαταχθής υπό των Γερμανών να παραδώση τα Πυροβόλα της Μοίρας του, αφού συνεκέντρωσε ταύτα και τοις απέδωσε τιμάς, ηυτοκτόνησε ενώ η Μοίρα του έψαλλε τον Εθνικόν Ύμνον…».
Επίσης, ο Αντιστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος αναφέρει:
«Ο αείμνηστος Ταγματάρχης Βερσής μετά την παράδοσιν των Πυροβόλων, συντετριμμένος ψυχικώς και με κατεσπαραγμένην την ευγενή καρδίαν του, συνεκέντρωσε περί αυτόν του Άνδρας του και ωμίλησεν εις αυτούς λίαν συγκεκινημένος παρηγορών οιωνεί αυτούς δια τον αποχωρισμόν των από τα πυροβόλα των τα οποία τοσάκις κατεκεραύνωσαν τον αντίπαλον, εν τέλει δέ μετ’ αυτών έψαλλον τον Εθνικόν Ύμνον. Μεθ’ ό απομακρυνθείς ολίγον και εξαγών το περίστροφόν του εβλήθη εις την κεφαλήν και έπεσεν!! Αιωνία η μνήμη του Ταγματάρχου Βερσή Κ.!! Ας είναι ένα ευλαβές μνημόσυνον δια τον αδαμάντινον τούτον αξιωματικόν, αι ολίγαι αύται γραμμαί» .
Τέλος ο Υποστράτηγος Ι. Βερνάρδος αναφέρει:«Το V Σύνταγμα Πυροβολικού παρέδωσε τα πυροβόλα και τον οπλισμόν του εις το χωρίον Σταυράκι. Η ταχύπτερος φήμη έφερε μέχρις ημών την νύκτα της επομένης, ότι ο Ταγματάρχης Πυροβολικού Κωνσταντίνος Βερσής, Διοικητής Μοίρας Πυροβολικού, ετίμησεν, κατά τρόπον μεγαλειώδη, το υπερήφανον Όπλον του. Όταν, δηλαδή, έλαβε την διαταγήν να παραδώση τα πυροβόλα του, συνεκέντρωσεν τους άνδρας της Μοίρας του με μέτωπον προς Νότον, προς την αιωνίαν Ελλάδα. Διέταξεν και πάντες έψαλλαν τον Εθνικόν μας Ύμνον, και κατόπιν, αφού ησπάσθη τα πυροβόλα του, έδωσεν διαταγήν και τα συνέτριψαν με δυναμίτιδα. Και ενώ ακόμη το έδαφος εσείετο από τας εκρήξεις ο Βερσής, στηρίξας το περίστροφόν του εις τον
δεξιόν του κρόταφον ηυτοκτόνησε».

Συμπεράσματα Περιόδου
Το Έπος του ’40 έχει μείνει ως ο μεγαλύτερος στρατιωτικός άθλος της νεότερης Ελληνικής Ιστορίας. Περιδιαβαίνοντας τα στρατιωτικά άδυτα εκείνης της περιόδου και κάνοντας μια σύγκριση με προγενέστερους αγώνες της φυλής, διαπιστώνουμε ότι στο ύψος των περιστάσεων για την προάσπιση της πατρίδος «στέκονται» μόνον οι στρατιωτικοί της πρώτης γραμμής, αψηφώντας άλλοι τον θάνατο, και άλλοι τη μομφή της Ιστορίας. Στην παρούσα περίοδο, γνωρίσαμε όλα τα είδη πρωταγωνιστών:
• Αυτούς που σαν Λεωνίδες αρνούνται να παραδώσουν, όπως ο Ταγματάρχης Βερσής
• Αυτούς που θυσιάζουν την προσωπική τους υστεροφημία, έχοντας επίγνωση της ευθύνης των τριακοσίων χιλιάδων στρατιωτών τους, όπως ο Αντστράτηγος Τσολάκογλου
• Αυτούς οι οποίοι αποφασίζουν επί τη βάσει των πολιτικών συμφερόντων και από την ασφάλεια της Μητρόπολης των Αθηνών. Ο πόλεμος δεν ακούγεται εκεί! Είναι μακριά γι αυτούς, σε κάποιο ύψωμα της Ραψίστης Ιωαννίνων! Δεν τους αφορά. Και αυτός είναι ο Αρχιστράτηγος Παπάγος. Οι Ήρωες όμως καραδοκούν και υπερνικούν τον φόβο, τη σύγχυση, τον πανικό. Κλείνουν τα αυτιά τους στις σειρήνες της διχόνοιας και προχωρούν μπροστά. Τραβούν αυτοί για το αντάμωμα του χάρου. Δεν παίρνουν τον δρόμο της αιχμαλωσίας, όπως κάποτε εκείνος ο νέος Ανθυπολοχαγός στη Μικρά Ασία. Εκεί στην Αλβανία και στην τελευταία στροφή του δρόμου γυρίζουν Νότια, κοιτάνε την Αιώνια Πατρίδα μπορεί και τη σύντροφό τους Σοφία και τον γιό τους Σωτήρη. Αγκαλιάζονται όμως με τον θάνατο και μένουν εφ’ ώ ετάχθησαν, να φυλάνε Θερμοπύλες, μαζί με όλους
τους άλλους ήρωες!

Ψυχαναλυτική και Ψυχοϊστορική
προσέγγιση
Το τελευταίο κομμάτι της εργασίας μας πιστεύουμε ότι είναι άκρως απαραίτητο όσον αφορά τον Ήρωα Αυτόν. Όταν πήραμε στα χέρια μας κάποιο αρχειακό υλικό, κάποιοι απεφάνθησαν «περί τυχαίου ή τελευταίου γεγονότος της στιγμής, χωρίς πατριωτική συνείδηση». Αυτό μας έκανε να προβούμε σε μεγαλύτερη έρευνα, ανάλυση και παράθεση
στρατιωτικών αρχείων, με σκοπό να αποδείξουμε την «χωρίς παρέκκλιση προς το όφελος της πατρίδας» στρατιωτική συνείδηση του Ήρωα. Έτσι, η παρούσα μεθοδολογική ανάλυση, ψυχοϊστορική και ψυχαναλυτική επιζητεί να υπερθεματίσει για την παραπάνω
άποψή μας. Σίγουρα το υλικό, αρχειακό ή μη, το οποίο προέρχεται από τον ίδιο τον Ήρωα και που εμείς κρατάμε στα χέρια μας, δεν είναι αρκετό για να τον τοποθετήσουμε σε κάποιο θεωρητικό μοντέλο ή τυπολογία, που σκοπό έχει την κατανόηση του γεγονότος. Την έλλειψη αυτή ως ένα βαθμό μπορούν όμως να αναπληρώσουν αφενός οι Εκθέσεις
των ανωτέρων Του και οι Ημερήσιες Διαταγές των Μονάδων του και αφετέρου η περιρρέουσα ιστορική, πολιτική και στρατιωτική ατμόσφαιρα.
Υπό την προοπτική της ψυχοϊστορικής προσέγγισης, στα χρόνια που έζησε ο Βερσής συντρέχουν όλες οι κοινωνικοϊστορικές συνθήκες για να οδηγήσουν τον στρατιωτικό να γίνει Ήρωας. Ο Βερσής αντιλαμβάνεται το ιστορικό, πολιτικό και στρατιωτικό δράμα της χώρας που ζει, και αυτό εκφράζεται μέσα από το μεγάλο γεγονός της Θυσίας. Επιδιώκει να μπει στο πλαίσιο της κρίσης που ζητάει λύση (δράση στην Αλβανία παρά την ανίατη ασθένειά του). Έχει γαλουχηθεί για μια Ελλάδα που η φυλή διαχρονικά αγωνίστηκε να είναι Λεύτερη. Η οικογένεια, κατ’ αρχάς, η Σχολή Ευελπίδων στη συνέχεια, καθώς και η αγωνία της ίδιας της Πατρίδας να «ξαναφτάσει» τα σύνορά της όπως στις ένδοξες μέρες της, σφυρηλατούν έναν αξιωματικό που το μόνο που βλέπει στο αδιέξοδο είναι η Θυσία. Αυτή μόνο έχει μάθει ότι «λειτουργεί» σαν φάρος για τις επόμενες γενιές. Λεωνίδας, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Διάκος, Παύλος Μελάς, Τέλος Άγρας. Αυτούς βλέπει. Αυτοί τον οδηγούν. Και όπως αυτοί, έτσι και ο Βερσής, όταν αντιλήφθηκε ότι το Σώμα της Πατρίδας ψυχορραγεί, αποφάσισε συνειδητά να τη συνοδεύσει στην Αχερουσία.
Στη συνέχεια, η ψυχαναλυτική επιστήμη συνήθως «ψάχνει να βρει» στην εμπειρία του ατόμου ένα τραυματικό γεγονός το οποίο και ευθύνεται για μετέπειτα δραματικές πράξεις. Η «ταυτότητα» του Βερσή και το στάδιο της «κρίσης ταυτότητος» που θα του διαμορφώσει κατεύθυνση ζωής σφυρηλατείται μέσα στη ΣΣΕ: Πατρίδα, Ιδανικά Φυλής, Πατρίδα. Η φοίτηση του Βερσή στη ΣΣΕ, σύμφωνα με το αρχειακό υλικό, σκιαγραφεί έναν ενθουσιώδη νέο, ανυπότακτο, επαναστάτη, χαρούμενο, έμπιστο, συνειδητοποιημένο και με τάσεις διάκρισης. Έτσι, αντιλαμβανόμαστε ότι το στάδιο «της κρίσης ταυτότητος», υπό την προοπτική της στρατιωτικής ιδεολογίας, είναι καθοριστικό. Και το «τραυματικό γεγονός» έρχεται ακριβώς σ’ αυτήν την «ολοκλήρωση»: Ήττα και Αιχμαλωσία από τον προαιώνιο εχθρό της Ελλάδος, τον Τούρκο. Ένα εξαιρετικά τραυματικό γεγονός στη ζωή ενός νεαρού Ανθυπολοχαγού με όνειρα για την πατρίδα. Εδώ στην Αλβανία μετά την κατάρρευση του μετώπου από τους Γερμανούς, έχουν αρχίσει οι πρώτες θύμισες της Μικράς Ασίας να κατακλύζουν το μυαλό του Βερσή. Έρχονται μέσα στο παρατηρητήριό του σαν μαύρα πουλιά, ενώ αυτός είναι μούσκεμα από τη βροχή και παλεύει για την ασφαλή απαγκίστρωση της VΙΙΙ Μεραρχίας. Σκέφτεται. Δεν αντέχει δεύτερη φορά να πετάξει το ξίφος, που είναι η νιότη του (Ανθυπολοχαγός), τα όπλα, που είναι η ωριμότητά του (Ταγματάρχης). Και να πάει πού, χωρίς Πατρίδα. Πώς θα αντικρύσει τον γιό του; Το γράμμα που στέλνει σ’ αυτόν και την οικογένειά του στις 15 Απρίλη, παρά τις καθησυχαστικές λέξεις και τις ποιητικές εκφράσεις, φανερώνει άλλα. Ο γραφικός χαρακτήρας παρουσιάζει έναν άνθρωπο ανταριασμένο. Είναι υψηλόβαθμος. Τα νέα που μαθαίνει τον ανησυχούν. Έτσι έγινε και ΤΟΤΕ. Δεν μπόρεσαν να συνθηκολογήσουν, δεν μπόρεσαν να υποχωρήσουν, δεν μπόρεσαν να συμπτυχθούν και να αποφύγουν την αιχμαλωσία. Δεν μπόρεσαν να συνεννοηθούν. Η πολιτική ηγεσία όπως και τότε, έτσι και τώρα…. Η ψυχοϊστορική και ψυχαναλυτική προσέγγιση, που έγινε από μέρους μας, φανερώνει ότι ο Βερσής επέλεξε με απόλυτη συνείδηση τη ΘΥΣΙΑ, εμφανίζοντας τα συστατικά του Ήρωα:
• Ε ξ ω τ ε ρ ί κ ε υ σ η Ψ υ χ ι κ ο ύ κ α ι Διανοητικού κόσμου
• Εξωτερίκευση Στρατιωτικής Ιδεολογίας Αυτοθυσίας για την Πατρίδα και
• Ιστορικές Δραματικές Προϋποθέσεις για την ανάδειξή του.
Ο παραπάνω συνδυασμός δημιούργησε το εκρηκτικό μείγμα της θυσίας, το οποίο εκφράστηκε από τον Ταγματάρχη του Πυροβολικού, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΒΕΡΣΗ

 

51858917
Ο ΑΝΔΡΙΑΝΤΑΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ
ΠΗΓΗ        greekmilitaryvoice.wordpress.com

Σχόλια

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Μισθοδοσία Μηνός Δεκεμβρίου .Πληρωμές Εκτός Εδρας -Αποζημιώσεις Ασκήσεων .Δειτε τις ημερομηνίες πληρωμής

Το αποκαλυπτικό βίντεο του Υπολοχαγού που παραιτήθηκε και πρέπει να δει ο Πρωθυπουργός

Συγνώμη κύριε Υπολοχαγέ, συγνώμη κύριε Λοχία … Ενα άρθρο που κάνει θραύση στο διαδίκτυο

Ο υπερπληθυσμός των ανωτάτων ,οι διακρίσεις με τους υπόλοιπους Αξιωματικούς και οι ξεχασμένοι Υπαξιωματικοί και ΕΠΟΠ